Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

ΠΛΩΤΙΝΟΣ



ΠΕΡΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑΣ & ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟΝ ΤΟΥ ΣΟΦΟΥ

Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Πλωτίνος υπήρξε ο σπουδαιότερος νεοπλατωνικός φιλόσοφος, ο οποίος έδωσε μιαν άλλη ώθηση στην πλατωνική διδασκαλία, τόσο με την εγκόλπωση στοιχείων από άλλα φιλοσοφικά ρεύματα όσο και με την δημιουργία ενός ιδιόμορφου φιλοσοφικού συστήματος το οποίο, εν πολλοίς, δάνεισε αρκετά στοιχεία στον διαμορφούμενο χριστιανισμό των πρώτων αιώνων. Γεννήθηκε το 204 μ.Χ στην Αίγυπτο. Ήταν μαθητής του Αμμωνίου Σακκά , μαζί με τον Ωριγένη, τον χριστιανό πλατωνικό. Στην φιλοσοφία του δεσπόζει η Τριαδολογία των Τριών Υποστάσεων – Απορροών. Σύμφωνα με τον Πλωτίνο το υλικό σύμπαν (ο αισθητός κόσμος) είναι μία σκεπτομορφή η οποία προβάλλεται από την «νοητή φύση» . Η νοητή φύση, με την σειρά της, ακτινοβολείται από την καθολική Ψυχή του Κόσμου. Αλλά και η ίδια εκπορεύεται από τον Νου , ο οποίος ακτινοβολείται από το Εν Αγαθό , το οποίο αποτελεί την κορωνίδα της Πλωτινικής μεταφυσικής ιεραρχίας. Οι Τρεις Υποστάσεις, Εν Αγαθό – Νους – Ψυχή, δημιουργούν τις κατώτερες πραγματικότητες σε μια διαρκή δημιουργία. Το ανώτερο ακτινοβολεί στο κατώτερο ως μία απόλυτα φυσική συνέπεια της ίδιας του της ύπαρξης. Αυτή η Τριαδικότητα υπήρξε ο πυρήνας της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας.

Με το παρόν θα ασχοληθούμε με την τέταρτη πραγματεία από τις Εννεάδες. Θα κινηθούμε σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη θα εξετάσουμε τα επιχειρήματα που επιστρατεύει ο Πλωτίνος για να αποδείξει ότι η επιδιωκόμενη ευδαιμονία από τον άνθρωπο δεν δύναται να αποδοθεί με τον ίδιο τρόπο στο ζωϊκό και φυτικό βασίλειο. Η δεύτερη ενότητα θα εντοπίσει τα εξωτερικά εμπόδια (μεταξύ αυτών και τα σωματικά) τα οποία ορθώνονται προκειμένου να επιτευχθεί η ευδαιμονία. Επιπλέον, θα εξετάσουμε τον τρόπο που αντιμετωπίζει το πρόβλημα αυτό η ανθρωπολογία του φιλοσόφου. Τέλος, σε μία τρίτη ενότητα θα επιχειρήσουμε την διερεύνηση του πλωτινικού προτύπου ως προς τον Σοφό.

ΙΙ. ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΛΩΤΙΝΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙ ΟΤΙ Η ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ ΠΟΥ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΔΙΔΕΤΑΙ ΣΤΑ ΖΩΑ ΚΑΙ ΤΑ ΦΥΤΑ

Ο φιλόσοφος, στο πρώτο απόσπασμα, ξεκινά την πραγματεία του με την παραδοχή ότι η ευζωία και η ευδαιμονία αποτελούν ένα και το αυτό. Υπό αυτή την έννοια, δύναται να συμπεριληφθούν και τα ζώα, με την απαραίτητη προϋπόθεση να ζουν σύμφωνα με τις επιταγές της φύσης. Το ίδιο ισχύει και για τα φυτά τα οποία αποτελούν την κατώτερη βαθμίδα ύπαρξης. Έρχεται μάλιστα σε σύγκρουση με εκείνους που υποστηρίζουν ότι τα φυτά στερούνται της ευζωίας και κατ’ επέκταση της ευδαιμονίας λόγω του ότι δεν έχουν την δυνατότητα της αίσθησης, άρα και της συνείδησης.

Στο δεύτερο απόσπασμα γίνεται πιο συγκεκριμένος, προσθέτοντας την επίγνωση του αισθήματος. Σαν παράδειγμα φέρνει στους στίχους 20-25 την αίσθηση της ηδονής. Εκείνος που βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια, χρησιμοποιώντας την λογική, ώστε να αποφανθεί ότι η ηδονή αποτελεί αγαθό, είναι ικανός να έχει ευζωία, σε αντίθεση με όσους απλώς την νοιώθουν. Κάτι απόλυτα φυσικό, δεδομένου ότι το ένλογο υπερτερεί σαφέστατα του αλόγου.

Εδώ υπεισέρχεται καθαρά η έννοια της συνειδήσεως, η οποία ανάγει όσους την έχουν σε ανώτερες σφαίρες ύπαρξης. Προκύπτει, βεβαίως, το ερώτημα για τον Πλωτίνο, εάν το σύνολο του ζωικού και φυτικού βασιλείου αισθάνονται την ευδαιμονία. Ο ίδιος, βεβαίως, απαντά ότι σε περίπτωση που συμβαίνει αυτό, η λογική θα υποβιβαζόταν σε δευτερεύουσα λειτουργία, τροφοδοτώντας απλώς την ικανότητα κάποιου στην αυτοσυντήρηση. Κάτι που δεν συνάδει με την υψηλή θέση που δίδει ο φιλόσοφος στον Νου ο οποίος κατέχει την δεύτερη θέση στην Τριαδολογική ιεραρχική του κλίμακα.

Έτσι, έρχεται στο τρίτο απόσπασμα να ξεκαθαρίσει την άποψή του σχετικά με το πώς εννοείται η ανθρώπινη ευδαιμονία σε σχέση με αυτή που βιώνουν τα ζώα και τα φυτά. Εκεί κάνει την σαφή διάκριση μεταξύ λογικών και μη λογικών όντων. Θεωρεί την ζωή ως έχουσα πολλές σημασίες , στίχοι 18-19. Με άλλα λόγια ξεχωρίζει τους ζωντανούς οργανισμούς σε διάφορες βαθμίδες υπάρξεως, οι οποίες ενυπάρχουν ομώνυμα . Άρα η σημασία που δίδεται είναι άλλη στα φυτά και διαφορετική στα ζώα. Θα λέγαμε ότι είναι απόρροια, από την μία της φωτεινότητας και της καθαρότητας και από την άλλη της αμυδρότητας της ύπαρξης τους.

Η ευδαιμονία, όμως, σύμφωνα με τον Πλωτίνο, στην πλήρη συνείδησή της εντοπίζεται στην κορυφαία έκφραση της ζωής, όπως ο άνθρωπος. Εκεί τοποθετείται η πραγματικά ενσυνείδητη βίωση της ζωής. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι διαθέτει την νόηση η οποία συνδέεται με το Εν-Αγαθό, αποτελώντας τον ενδιάμεσο κρίκο. Επομένως, όλα τα υπόλοιπα όντα τα οποία δεν διαθέτουν αυτές τις νοητικές ικανότητες είναι ατελή και αποτελούν είδωλα της αληθινής ζωής. Δηλαδή η ζωή δεν κατέχεται από αυτά στο σύνολό της τα οποία σε τελική ανάλυση αποτελούν ορισμένες μόνον εκφάνσεις της. Εδώ όμως θα πρέπει να δεχτούμε ως ικανή και αναγκαία συνθήκη, το γεγονός ότι από την στιγμή που η αρχή όλων των όντων είναι μία, αυτή θα πρέπει να είναι η ζωή ως Όλον, πλήρης και τέλεια.

ΙΙΙ. ΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ Η ΠΛΩΤΙΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

Για την επίτευξη της απόλυτης ευδαιμονίας χρειάζεται ο άνθρωπος να χρησιμοποιεί το λογικό του και να μην στηρίζεται μόνο στις αισθήσεις του. Διότι ο νους αποτελεί το όχημα για την εγγύτερη μετάβασή του στο Εν-Αγαθό. Στην πορεία του αυτή όμως αντιμετωπίζει διάφορα εξωτερικά εμπόδια. Πρώτα-πρώτα, ως θνητός, ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος κατά την διάρκεια της ζωής του με διάφορους πόνους και αρρώστιες, ξέχωρα του πλούτου ή της φτώχειας που υπάρχει στις ανθρώπινες κοινωνίες. Το παράδειγμα της «τύχης του Πριάμου» στο 5ο απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό ενός ανθρώπου ο οποίος αν και διέθετε τόσο πλούτο όσο και εξουσία, γεύτηκε τις μεγαλύτερες πίκρες. Όλα τα παραπάνω, τα οποία ανάγονται στο αισθητηριακό κομμάτι του ανθρωπίνου εαυτού, ξεπερνιόνται μόνο με το σπάσιμο του δεσμού με το φθαρτό σώμα (στ.20). Άλλωστε οι πίκρες, οι πόνοι, τα παντός είδους νοσήματα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της υλικής υποστάσεως η οποία καθοδηγείται από τις αισθήσεις. Οι άνθρωποι οφείλουν να τα υπομένουν όλα αυτά, αντιμετωπίζοντας τα με στωικότητα. Εδώ βλέπουμε την επίδραση των Στωικών, γιατί αδιαμφισβήτητα ο Πλωτίνος επιχείρησε να συγκεράσει τα διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα, φυσικά με βάση πάντοτε τον Πλατωνισμό.

Σημαντικό εμπόδιο, επίσης, για την επίτευξη της ευδαιμονίας, αποτελούν οι ηδονές που αρέσκονται στην ικανοποίηση των αισθήσεων (απόσπ.12). Οι ακόρεστοι σωματικοί πόθοι, η ακολασία γενικά, δεν οδηγούν σε καμία των περιπτώσεων στον ορθό τρόπο ζωής, πλησίον στην ανώτερη ψυχή, η οποία συνδέεται με τον Νου και τις ανώτερες σφαίρες ύπαρξης. Σε αυτή την περίπτωση το κλειδί είναι η αναζήτηση μιας διαφορετικής ηδονής, η οποία θα συνίσταται στην πνευματική ανύψωση της ανθρώπινης ψυχής, συνδέοντας την με το ανώτερο επίπεδο της Νόησης. Θα παρατηρήσουμε και εδώ, βεβαίως, την επίδραση των Επικουρείων οι οποίοι επιζητούσαν την ηδονή της γαλήνης και της ψυχικής αταραξίας και απέφευγαν την σωματική ηδονή.

Τέλος, αναφέρεται στην παρεμπόδιση των πνευματικών δραστηριοτήτων του ανθρώπου από διάφορους επιμέρους τυχαίους παράγοντες. Αυτό, όμως, είναι κάτι το οποίο μπορεί να ρυθμιστεί, έτσι ώστε να προσαρμοστεί ο άνθρωπος και δει ο σοφός στις διάφορες αναποδιές που θα τύχουν. Γιατί ο φιλόσοφος θεωρεί ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα εκείνο που υποφέρει με αυτό το οποίο συνυπάρχει μαζί του. Κατά συνέπεια, το δεύτερο δεν δύναται να εμποδιστεί επ’ ουδένι στην προσπάθεια που καταβάλλει για την θέαση του Ενός Αγαθού. Θα λέγαμε ότι εδώ κάνει την διάκριση μεταξύ των μεριστών κομματιών της ψυχής.

V. ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΟΥ ΣΟΦΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΛΩΤΙΝΟ

Ο Σοφός, σύμφωνα με τον Πλωτίνο, αποτελεί την κορυφαία εκδήλωση της ανθρώπινης υπάρξεως. Ο σοφός, με την αυξημένη πνευματικότητά του, πλησιάζει στο επίπεδο του Ενός-Αγαθού. Αντιλαμβάνεται τις διάφορες καταστάσεις με τελείως διαφορετικό τρόπο από τους άλλους ανθρώπους. Ο ίδιος δεν επιτρέπει στα διάφορα αισθήματα να εισχωρούν στο είναι του και να τον επηρεάζουν. Επομένως λειτουργεί με καθαρό μυαλό, τελείως ανεπηρέαστος από τα εγκόσμια. Ακόμη και τα συναισθήματα της λύπης ή της συμπόνιας προς τον συνάνθρωπο, θεωρούνται ως αδυναμίες της κατώτερης ψυχής η οποία βρίσκεται πλησίον του αισθητού κόσμου. Αυτό συμβαίνει, κυρίως, διότι ο σοφός διαπνέεται από την αρετή η οποία αναλαμβάνει να καθοδηγήσει την ανθρώπινη ουσία σε υψηλότερα επίπεδα ύπαρξης. Ο ίδιος οφείλει να αγωνιστεί για να αντιμετωπίσει τις κακοτοπιές στην ζωή και να μην παραμένει αδρανής.

Εδώ να σημειώσουμε ότι η σοφία, σύμφωνα με τον Πλωτίνο, δεν αποτελεί κάτι το επίκτητο, αλλά αποτελεί μέρος της Ουσίας και δεν την αποστερείται ακόμη και εκείνος ο σοφός ο οποίος δεν ενεργεί με συνείδηση. Αυτό συμβαίνει διότι, ως ανώτερη ενέργεια, η ουσία της σοφίας επενεργεί από μόνη της, υπερβαίνουσα την εκάστοτε λειτουργία των κατωτέρων ούτως ή άλλως αισθήσεων. Στην αντίθετη περίπτωση η συναίσθηση των ενεργειών του σοφού, με άλλα λόγια η συνειδητοποίηση, καθιστά την αυτενέργεια της Ουσίας λιγότερο αισθητή, θα λέγαμε πιο αμυδρή. Το βασικό πάντως είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις ο σοφός δύναται να λειτουργήσει ως σοφός.

Βασική δοξασία του νεοπλατωνικού Πλωτίνου αποτελεί η άποψη ότι ο άνθρωπος και ειδικά ο σοφός δεν είναι το αποτέλεσμα σύζευξης ψυχής και σώματος. Απόδειξη της παραπάνω θέσης είναι τόσο ο αποχωρισμός τους όταν επέρχεται ο θάνατος όσο και η αδιαφορία για τα υλικά αγαθά. Ειδικά η περιφρόνηση των αγαθών του αισθητού κόσμου και συνακόλουθα η στροφή προς τις ανώτερες αξίες λειτουργεί ως αντίβαρο, με αποτέλεσμα να εξισσοροπεί τα υλιστικά θέλω της κατώτερης ψυχής.

Ο πραγματικός σοφός δεν δίνει σημασία στα πλούτη και την εξωτερική εμφάνιση. Βρίσκεται υπεράνω αυτών. Φυσικά θα κοιτάξει να είναι υγιής και δεν θα παραμελήσει τις ανάγκες του φθαρτού του σώματος. Οι αρρώστιες και οι κακουχίες, όταν έρθουν, θα λειτουργήσουν ως άσκηση για την απόκτηση εμπειρίας. Με τον ίδιο τρόπο θα αντιμετωπίσει τις διάφορες σαρκικές ηδονές. Μάλιστα θα είναι καλύτερο για εκείνον να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις των αισθήσεων όταν θα είναι σε νεαρή ηλικία. Έτσι, όταν θα βρεθεί σε προχωρημένη ηλικία, θα έχει μάθει πώς να ενεργεί και δεν θα τον απασχολεί το σώμα του (απόσπ.14).

Επειδή η υλική πραγματικότητα, σύμφωνα με την πλωτινική κοσμοθέαση, αποτελεί ολόκληρη μία ψευδαίσθηση (κλασική πλατωνική κοσμοαντίληψη), εκείνος που θα επιτύχει να απαλλαγεί από αυτήν δικαιούται να αποκληθεί σοφός και να πορευθεί στην ατραπό της ολοκλήρωσης με το Εν-Αγαθό. Ακόμη και αν συμβεί να δειλιάσει μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση, θα εμφανιστεί ο σοφός εαυτός μέσα του, ο οποίος προέρχεται από την ανώτερη σφαίρα υπάρξεώς του και θα αναλάβει να τον καθοδηγήσει στον σωστό δρόμο, μέσα από την ορθή κρίση. Επιπλέον, ο αληθινά σοφός δεν θα δείχνει απόμακρος στο φιλικό του περιβάλλον, τουναντίον θα συνδυάζει την πραγματική φιλία με την υψηλή συνειδητότητα του Νου (απόσπ.15).

Σε τελική ανάλυση, ο Πλωτίνος τοποθετεί τον πραγματικά σοφό άνδρα πέρα και πάνω από τον αισθητό κόσμο και την οποιαδήποτε τυχαία αλληλουχία γεγονότων. Εκείνος ο οποίος τρέμει για τα μελλούμενα θεωρείται αυτομάτως ως ένας κοινός, συνηθισμένος άνθρωπος και δεν μπορεί να λογιστεί ως σοφός. Η υποταγή στον απατηλό κόσμο του αισθητού δειλοί απερίφραστα έναν άνθρωπο ο οποίος απέχει παρασάγγας από το επίπεδο της αληθινής σοφίας και δεν δικαιούται να είναι ευδαίμων στην υψηλότερη έκφραση του ευδαιμονισμού. Ο σοφός δέχεται το ανώτατο Αγαθό και αποβλέπει στην εξομοίωσή του με Εκείνο. Αυτή η στάση αποτελεί και την πεμπτουσία της διδασκαλίας του φιλοσόφου (απόσπ.16).

V. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Εξετάσαμε την 4η πραγματεία από τις Εννεάδες του μεγάλου νεοπλατωνικού φιλοσόφου, του Πλωτίνου. Είδαμε σε πρώτη φάση ότι η ίδια η ζωή έχει τις δικές της διαβαθμίσεις και πως δεν αντιλαμβάνονται όλοι οι έμβιοι οργανισμοί με τον ίδιο τρόπο την ευδαιμονία. Τόσο τα ζώα όσο και οι κατώτερες υπάρξεις όπως τα φυτά θεωρούνται ότι συμμετέχουν της ευδαιμονίας αλλά σε ορισμένες μόνο εκφάνσεις της. Επομένως δεν μπορούν να θεωρηθούν στην πραγματικότητα ως ευδαίμονα. Εκείνος που πραγματικά δύναται να αντιληφθεί τον ευδαιμονισμό σε όλη του την διάσταση είναι ο άνθρωπος και ειδικότερα ο σοφός άνθρωπος. Ο σοφός, μέσω της αυξημένης νοητικής του κατάστασης, η οποία προσεγγίζει άμεσα το Εν-Αγαθό το οποίο αποτελεί την υψηλότερη έκφραση της πλωτινικής Τριαδολογικής υποστάσεως, έχει όλα τα εχέγγυα να βιώσει την αληθινή ευδαιμονία. Με βάση την ανώτερη συνειδητότητα που τον διαπνέει και την αρετή η οποία τον χαρακτηρίζει, έχει την ικανότητα να ανταπεξέρχεται όλων των εξωτερικών εμποδίων, όπως ο πλούτος, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, οι σωματικές αρρώστιες, οι πόνοι, τα δυνατά συναισθήματα, οι ακολασίες και οι ηδονές και να βγαίνει νικητής αυτών. Το μεγαλείο ψυχής που διαθέτει είναι ανεξάντλητο και οφείλεται στην βαθειά σοφία, η οποία του δίνει την δυνατότητα πραγματικής κατανόησης, άρα και σωστής αντιμετώπισης των κάθε είδους καταστάσεων που προκύπτουν κατά τη διάρκεια του βίου του. Ο Πλωτίνος είναι κατηγορηματικός: Μόνον η βαθειά φιλοσοφική γνώση μέσα από μία αδιάκοπη νοητική άσκηση δύναται να επαναφέρει την ανθρώπινη ψυχή κοντά στον Νου και από εκεί στο Εν-Αγαθό, το οποίο αποτελεί τον αυτοσκοπό κάθε σοφού ανδρός και συνίσταται στην τελική ένωση και την κατάκτηση της Θέωσης.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Π. Καλλιγάς, Σ. Ράγκος κ.ά, Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 2000.
  2. Πλωτίνου, Εννεάς Πρώτη, Αρχαίο Κείμενο-Μετάφραση-Σχόλια: Παύλος Καλλιγάς, Εκδόσεις της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 1994.
  3. Βελισσαρόπουλος Δημήτριος, Πλωτίνος, Εκδόσεις Άγκιστρο, Αθήνα 2000.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου