Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

Η ίδρυση της Κωνσταντινουπόλεως



Ο Μέγας Κωνσταντίνος μετά τη νίκη του επί του συναυτοκράτορα του Λικινίου στη Χρυσούπολη  στις 18 Σεπτεμβρίου του 324 μ.Χ την αιχμαλωσία του τελευταίου έγινε ο απόλυτος και πέρα από κάθε εσωτερική αμφισβήτηση κυρίαρχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ως διορατικός ηγέτης ο Κωνσταντίνος είχε αντιληφθεί από νωρίς πως έπρεπε να γίνουν αλλαγές στη δομή του Κράτους ώστε να εξασφαλιστεί η επιβίωση του μακροπρόθεσμα. Μία από τις αλλαγές θα ήταν και η μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Ρώμη σε κάποια άλλη πόλη στο ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας.

Αυτή η απόφαση του δεν στερείτο λογικής. Υπήρχαν πολλοί λόγοι που τον ανάγκασαν να σκεφτεί έτσι και επέβαλαν μια τέτοια ενέργεια, και ήταν οι παρακάτω:
·         Η Ρώμη πλέον ήταν μια μη λειτουργική πρωτεύουσα αφού βρισκόταν μακριά από τις εξελίξεις.  Αποστασίες και πόλεμοι που διεξάγονταν στην περιφέρεια του Κράτους ουσιαστικά έφταναν ως ένας μακρινός απόηχος.
·         Μετά την επέκταση των συνόρων της Αυτοκρατορίας προς τον Βορρά μέχρι τον Δούναβη και στην Ανατολή μέχρι την Περσία (μαζί με την άνοδο των Σασανιδών που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του κινδύνου στην περιοχή) ήταν φανερό πως πλέον το μέλλον και η επιβίωση της Αυτοκρατορίας θα διακυβεύονταν στην Ανατολή και όχι στη Δύση.
·         Η πολιτική και κοινωνική αναρχία που επί χρόνια ταλάνιζε το Κράτος καθιστούσε επιτακτική την ανανέωση της Αυτοκρατορίας (renovatio imperii) ώστε να μπει ένας φραγμός στην παρακμή της. Εφόσον μάλιστα παραδοσιακά στοιχεία του Ρωμαϊκού Κράτους είχαν πλέον απωλέσει τη σημασία τους, όπως για παράδειγμα η Σύγκλητος ή πολύ περισσότεροι θεσμοί της παλαιάς δημοκρατίας έπρεπε ο αυτοκράτορας ως σύμβολο ενότητας και σταθερότητας να προσδώσει μια νέα ταυτότητα και προοπτική στο Κράτος. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί με δομικές αλλαγές και αναθεώρηση στοιχείων που πλέον ήταν αναχρονιστικά. Αναμφίβολα ο Μέγας Κωνσταντίνος έπρεπε να βρει στηρίγματα για να επιτύχει η προσπάθεια του για ανάκαμψη του Κράτους και ως το πλέον ισχυρό φάνταζε ο Χριστιανισμός.
·         Επομένως η νέα πρωτεύουσα θα έπρεπε να βρίσκεται σε περιοχή με ακμαίο χριστιανικό φρόνημα, κατά κύριο λόγο στην ελληνική Ανατολή, μακριά από μέρη που είχαν υποστεί φθορά στη συνείδηση των υπηκόων του Κράτους.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος έπρεπε να επιλέξει με βάση όλες τις παραπάνω  παραμέτρους την ιδανική πόλη που θα μπορούσε να αποτελέσει τη νέα πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας. Υποψήφιες πόλεις υπήρχαν και μάλιστα αρκετές. Η Ναϊσσός ως γενέτειρα πόλη του Κωνσταντίνου, η Νικομήδεια αποτέλεσε πρωτεύουσα του κράτους επί Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ) , ή ακόμη και η Θεσσαλονίκη, σημαντικό κέντρο διαχρονικά, πόλη στην οποία είχε μείνει το διάστημα 320-324 ο Μέγας Κωνσταντίνος. Θεωρητικά οποιαδήποτε από τις παραπάνω πόλεις είχε κάποια πλεονεκτήματα αλλά όλες παρουσίαζαν το ίδιο μειονέκτημα: είχαν παρελθόν το οποίο θα αποτελούσε τροχοπέδη στο να αναδειχθούν ως φορέας ανανέωσης της αυτοκρατορίας.

Έτσι ο Μέγας Κωνσταντίνος  έστρεψε την προσοχή του στο ελληνικό πόλισμα του Βυζαντίου, το οποίο είχε εκτιμήσει ήδη από την εποχή των συγκρούσεων στην περιοχή της Χρυσούπολης, καθώς βρισκόταν ακριβώς απέναντι της. Τα πλεονεκτήματα που συγκέντρωνε το Βυζάντιο ήταν τα παρακάτω:
·         Βρισκόταν χτισμένο σε μια εξαιρετικά ισχυρή τοποθεσία. Η θάλασσα το κάλυπτε από τρεις πλευρές (Προποντίδα, Βόσπορος, Κεράτιος κόλπος) ενώ αρκούσε να οχυρωθεί με ισχυρό τείχος από την πλευρά της ξηράς ώστε να προστατεύεται επαρκώς και να είναι ικανό να αποκρούει κάθε εχθρική επίθεση.
·         Το Βυζάντιο βρισκόταν σε μια περιοχή που κυριολεκτικά ήταν προπύργιο της Χριστιανικής θρησκείας που δεν διέθετε εκείνους τους μεγάλους παγανιστικούς ναούς που χαρακτήριζαν άλλες πόλεις με μεγάλη παγανιστική παράδοση.
·         Η τοποθεσία παρείχε το πλεονέκτημα της έγκαιρης πρόσβασης προς τα σύνορα που αντιμετώπιζαν συνεχώς απειλές, όπως αυτό της περιοχής του Δούναβη στην ανατολική Ευρώπη , είτε προς το μέτωπο του Ευφράτη στην Ανατολή.
·         Η πόλη ήταν σταυροδρόμι πολλών εμπορικών οδών αλλά και στρατιωτικών. Ένας δρόμος οδηγούσε δυτικά προς τη Θεσσαλονίκη και διασχίζοντας την ηπειρωτική Ελλάδα έφθανε ως το Δυρράχιο  το οποίο ένωνε την Ελλάδα με την Ιταλία μέσω της Αδριατικής. Άλλος δρόμος οδηγούσε βορειότερα στην Αδριανούπολη  και ακόμη συνέχιζε προς τον Δούναβη και την δυτική Ευρώπη. Αμέσως μετά τα στενά του Βοσπόρου και προς την ανατολή υπήρχε ο κύριος δρόμος που οδηγούσε νότια προς τη Νίκαια και συνέχιζε διαμέσου της Ανατολίας προς τη Συρία και τις κοντινές ανατολικές επαρχίες, ενώ μπορούσε κάποιος να ακολουθήσει και τον δρόμο που οδηγούσε στην Άγκυρα και συνέχιζε προς την Αρμενία και την Περσική αυτοκρατορία. Οι θαλάσσιοι εμπορικοί δρόμοι ήταν εξίσου σημαντικοί με τους χερσαίους και αυτό διότι υπήρχαν επιλογές για πορεία στα βόρεια από τον Βόσπορο προς τη Μαύρη Θάλασσα, είτε νότια μέσω του Ελλησπόντου στις μεγάλες πόλεις που βρίσκονταν στο Αιγαίο και κατ’ επέκταση στη Μεσόγειο.

Ο πολισμός της νέας πρωτεύουσας , δηλαδή η τελετή της ίδρυσης  (Limitatio et Consecratio) έγινε στις 8 Νοεμβρίου 324, ενώ τα εγκαίνια έγιναν έξι χρόνια αργότερα, στις 11 Μαΐου 330 μ.Χ ώστε να συμπέσουν με τον επίσημο εορτασμό της 25ης επετείου της βασιλείας του Κωνσταντίνου. Ανάμεσα στις πρώτες προτεραιότητες του Μεγάλου Κωνσταντίνου ήταν και η ουσιαστική οχύρωση της πόλης που θα έφερε το όνομα του ώστε να καθίσταται ουτοπική ακόμη και η οποιαδήποτε πιθανότητα εχθρικής επιβουλής εναντίον της. 

Αργότερα οι διάδοχοι του Κωνσταντίνου έθεσαν το ζήτημα της άμυνας ως εξίσου σοβαρό ζητούμενο και προσπάθησαν να ενισχύσουν τις υπάρχουσες οχυρώσεις ή και να δημιουργήσουν νέες κατά πολύ ισχυρότερες, όπως ο Θεοδόσιος Β’ και ο Αναστάσιος.


Βιβλιογραφία - Πηγές
J.J Norwich - A short history of Byzantium
I.Καραγιαννόπουλος - Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους , τόμος Α' , Πρώιμη περίοδος
Scriptores originum Constantinopolitarum
Πασχάλιον Χρονικόν
Ιωάννου Ζωναρά - Επιτομή Ιστοριών

http://thebyzantion.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου