Πολύ καλό άρθρο του συνεργάτη του blog ΤΕΥΤΑΜΟΥ-ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΟΥ:
Η λεκάνη Tarim ως ένα κομβικόν σημείον
των διαφόρων κλάδων του Δρόμου του Μεταξιού
υπήρξε τον 1ον
αι. μ.Χ. ένα γλωσσικόν χωνευτήρι: εκτός από τας ανατολικάς ιρανικάς γλώσσας των
Saka και των Sogdian, την δυτικήν ιρανικήν των Πάρθων και διάφορες διαλέκτους της Κεντρικής Ινδίας ωμιλήθη κάποια
θιβετιανή διάλεκτος και αργότερα η τουρκική γλώσσα των Ουιγούρων ή
εχρησιμοποιήθη ως γραπτή γλώσσα. Τέλος, ευρέθησαν κατά τα τέλη του 19ου
αιώνος, εις τας περιοχάς Kucha και
Τουρφάν τα υπολείμματα μιας άλλης γλώσσας, που ούτε ιρανική, ούτε ινδική, ούτε
τουρκική ή Σινο-θιβετιανή ήτο, ήτο η λεγομένη Τοχαρική.
Η εξαφανισθείσα Τοχαρική γλώσσα ανήκει -
όπως συντόμως διεπιστώθη – εις την ινδοευρωπαϊκήν οικογένειαν και ωμιλήθη κατά
το δεύτερον ήμισυ της 1ης χιλιετίας μ.Χ.
εις την λεκάνην Tarim εις την σημερινήν επαρχίαν του Xinjiang, που σήμερον
είναι μία αυτόνομος περιοχή εις την βορειοδυτικήν Κίναν.
Από το 1890, περίπου 5000 σπαράγματα από
χειρόγραφα των ετών 500-800 μ.Χ. ανεκαλύφθησαν εις την έρημον εις μοναστήρια
της λεκάνης του Tarim,
που αντιπροσωπεύουν το 90% των μεταφράσεων και των προσαρμογών βουδιστικών
σανσκριτικών κειμένων. Είναι μια παραλλαγή της βορειοινδικής Brahmi γραφής
(«Τοχαρική γραφή»). Εν έτει 1907 κατώρθωσε για πρώτην φοράν ο γερμανός
γλωσσολόγος F.W.K.Mueller να μεταφράση
τα κείμενα των χειρογράφων και να χαρακτηρίση την γλώσσαν τους ως
ινδοευρωπαϊκήν. Εις την πρώτην ωλοκληρωμένην περιγραφήν της προσφάτως
ανακαλυφθείσης αυτής IE γλώσσης συνέβαλε ο E. Sieg και o Ε. W. Siegling, ήδη το1908.
Ο Müller, ο Sieg και ο Siegling πρότειναν να ονομασθή η γλώσσα
“Τοχαρική” (λατ. tochari, ελλ. τόχαροι) - και ανεγνώρισε τις δύο παραλλαγές Α
και Β της Τοχαρικής, που πρέπει να εξεταστούν με βάσι τις διαφορές τους ως δύο
ξεχωριστές γλώσσες. Μόνον εις την Τοχαρικήν Β, παράλληλα με θρησκευτικά
κείμενα, υπάρχουν, επίσης, κάποια χρηστικά κείμενα (αρχεία των μοναστηριών, εμπορικά έγγραφα,
ιατρικά κείμενα, γκράφιτι). Αυτό οδήγησε στην υπόθεση πως η Τοχαρική Α ήτο κατά
την στιγμήν του σχηματισμού των πηγών ήδη μία νεκρά, καθαρά λειτουργική γλώσσα,
η δέ Τοχαρική Β η ζωντανή καθομιλουμένη. Είναι πιο πιθανόν ότι οι δύο
παραλλαγές χωρικά να αντιπροσωπεύουν ξεχωριστές μορφές γλώσσης, όπου η Τοχαρική
Β (Δυτική Τοχαρική) έχει ομιληθεί κυρίως εις την περιοχήν της Kucha, ενώ η
Τοχαρική Α (Ανατολή Τοχαρική) έχει ευρεθεί κυρίως εις την περιοχήν του Turfan. Υπάρχουν ίχνη μιας
τρίτης παραλλαγής (C) εις την περιοχήν της Loulan εις την έρημον Taklamakan.
Η Τοχαρική αποτελεί έναν ιδιαίτερον
κλάδον εντός της Ινδοευρωπαϊκής οικογενείας και παρουσιάζει μιαν εκπληκτικώς
στενωτέραν σχέσιν με τις δυτικές Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες από ό,τι με τις αμέσως γειτνιάζουσες
IE γλώσσες της Ασίας (Ινδική, Ιρανική). Ανήκει εις την ομάδα των λεγομένων centum γλωσσών (όπως πχ Ιταλική, Κελτική, Γερμανική) και όχι εις την
όμάδα των λεγομένων satem γλωσσών (π.χ. Ιρανική, Ινδική):
Έτσι, για την διάκρισιν αυτήν λαμβάνεται υπ' όψιν ο αριθμός εκατόν, που για την
Τοχαρικήν είναι känt (Α) και kante (Β) (βλ. Λατινική centum - σανσκριτικά satam).
Συγκριτικός πίναξ διαφόρων ΙΕ
γλωσσών
Γερμανική Τοχ.
A Toχ. B Ελληνική Λατινική Σανσκριτική ΙΕ
Vater pacar pacer πατήρ pater pitar *pəter
Mutter macar macer μήτηρ mater matar *mater
Bruder pracar procer φρατήρ frater bhratar *bhrater
Tochter ckacar tkacer θυγάτηρ futir
(οσκ.) duhitar *dhugəter
Hund ku ku κύων canis svan *kuon
Erde tkam tkem χθών humus ksam- *ghđom
Feuer pur powar πυρ pir
(ουμβρ.) - *peuor
drei trey trey τρείς tres trayas *trejes
zehn säk sak δέκα decem dasa *dkṃ
hundert känt kante εκατόν
centum - *kṃto
Διαφέρει φωνολογικά η Τοχαρική από σχεδόν όλες τις άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες εις το ότι συνέπεσαν όλα τα εκρηκτικά σύμφωνα με τα τρία άφωνα εκρηκτικά p, t, k (δηλαδή δεν υπάρχει b, d, g, ph, th, kh, bh, dh, gh) .
Μορφολογικά το ρήμα αντιστοιχεί
εις τον σχηματισμόν ως πρός το θέμα και
τις προσωπικές καταλήξεις σαφώς με την Ινδοευρωπαϊκήν δομήν. Υπάρχουν τρία
πρόσωπα, αριθμοί (ενικός, πληθυντικός, σπανίως δυικός), χρόνοι (παρελθοντικοί –
μή παρελθοντικοί), ποιόν ενεργείας (χρόνοι διαρκείς, μη διαρκείς), εγκλίσεις
(οριστική, ευκτική, προστακτική), διαθέσεις (Ενεργητική και Μεσοπαθητική σε -r
και αποδεικνύει πάλιν την στενωτέραν σχέσιν με τις ευρωπαϊκές γλώσσες της IE).
Αυτή είναι επί παραδείγματι η Οριστική Ενεστώτα (μη παρελθοντικός
χρόνος) του lka «βλέπω» εις την
Τοχαρικήν Β:
πρόσ.
Ενεργ. Φωνή Μεσοπαθητική
1.εν. lka-w lka-mar
2.εν. lka-t lka-tar
3.εν. lka-ṃ lka-tär
1.πλ. lka-m(äs) lka-mtär
2.πλ. lka-cer lka-tär
3.πλ. lka-ṃ lka-ntär
3.δυικ. lka-teṃ -
Η μορφολογία του
ουσιαστικού (κλίσις) έχει απ' εναντίας απομακρυνθεί πολύ από την ινδοευρωπαϊκήν
καταγωγήν του. Υπάρχουν «κύριες» και «δευτερεύουσες» πτώσεις. Κύριες πτώσεις
είναι η ονομαστική, η αιτιατική και η γενική (η οποία προήλθε από την ΙΕ
δοτικήν). Οι δευτερεύουσες πτώσεις σχηματίζονται με βάσι την Πλαγίαν πτώσιν με
την προσθήκην ενός επιθήματος, που δείχνει εις τον ενικόν και τον πληθυντικόν
τους ίδιους τύπους για τις ίδιες πτώσεις (σε αντίθεση με τις συνήθεις κλίσεις
των ουσιαστικών εις την IE, π.χ. εις την Λατινικήν patri-is και patr-um ως γενικές ενικού και πληθυντικού αντίστοιχα του ουσιαστικού pater
“πατήρ”). Έτσι, η Τοχαρική διαθέτει ένα μικτόν σύστημα που δείχνει τόσο τα
χαρακτηριστικά κλίσεως όσο και χαρακτηριστικά συγκολλήσεως. Επί παραδείγματι, η
κλίσις των ουσιαστικών Kassi
«δάσκαλος» εις την Τοχαρικήν Α. Η τελευταία στήλη δείχνει τις δευτερογενείς
καταλήξεις εις την Τοχαρικήν Β:
πτώσεις Ενικός Πληθυντικός Σημασία
(ενικός) καταλήξεις (B)
Ονομαστική kässi kässiŋ ο δάσκαλος -
Πλαγία kässiṃ kässis τον
δάσκαλον -
Γενική kässiyap kässissi του δασκάλου -
Οργανική kässin-yo kässis-yo δια
του δασκάλου ?
του
“διαμέσου” kässin-a kässis-a δια του δασκάλου -sa
Συνοδείας kässin-assäl kässis-assäl μετά του δασκάλου -mpa
Κατεύθυνσης kässin-ac kässis-ac πρός τον δάσκαλον -sc
Αφαιρετική kässin-äs kässis-äs εκ
του δασκάλου -meṃ
Τοπική kässin-aṃ kässis-aṃ παρά τωι δασκάλωι -ne
Είναι
αξιοσημείωτον ότι οι καταλήξεις των δευτερεουσών της Τοχαρικής Α και Β είναι
εντελώς διαφορετικές. Πολλά ουσιαστικά έχουν εναλλασσόμενα θέματα, ένα για την
ονομαστική ενικού, το άλλο για όλες τις άλλες πτώσεις.
Η ονομασία "Τοχαρική" προετάθη - όπως προανεφέρθη- από τον F.W.K. Muller,τον Ε. Sieg, και τον W. Siegling. Αναφέρεται εις ένα έθνος που μνημονεύεται εις ελληνικάς και λατινικάς πηγές (π.χ. Στράβων) ως “τόχαροι” ή tochari. Αλλά δεν μπορεί πλέον να θεωρείται βέβαιον ότι οι ομιληταί της Τοχαρικής ταυτίζονται με τους Τοχάρους εκείνους, οι οποίοι τον 2ον αιώνα. π.Χ. εγκαταστάθηκαν εις την Βακτριανήν («Τοχαρεστάν»). Οι γνήσιοι Τοχάροι ωμιλούσαν μίαν ανατολικήν ιρανικήν γλώσσαν.
Κινέζοι ερευνητές συσχετίζουν τους Βακτριανούς Τοχάρους με φύλα που εκαλούντο Yuezhi. Αυτά τα φύλα ενικήθησαν και απωθήθησαν περί το 176 π.Χ.. από τους Xiongnu από τον διάδρομον Γκανσού. Σύμφωνα με την άποψιν των Κινέζων ένα μεγαλύτερον μέρος περιεπλανήθη πρώτα εις το Semirech'e του σημερινού Καζακστάν και αργότερα εγκατεστάθη εις την Βακτριανήν («Tοχαρεστάν») εις τον Άνω Ώξον (Amu Darya), μια μικροτέρα ομάς εγκατεστάθη εις την λεκάνην Tarim.Οι ομιληταί της Τοχαρικής - εφεξής θα αναφέρωνται ως Τοχάροι - είναι πιθανόν να εγκατεστάθησαν αργότερα εις την πατρίδα τους, την λεκάνην Tarim, μετά από μιαν μακράν περίοδον περιπλανήσεων, προερχόμενοι από την Ανατολικήν Ευρώπην. Μόνο εκεί θα υπήρξεν επαφή με Ινδο-ιρανικές γλώσσες.
Επίσης, έχει γίνει προσπάθεια να συσχετισθούν οι πολυάριθμες μούμιες εις την λεκάνην του Tarim με τους Τοχάρους: αυτό θα επιβεβαίωνε ότι οι Τοχάροι – εις συμφωνίαν με τα γλωσσικά ευρήματα – είχαν πράγματι καυκάσια χαρακτηριστικά. Πρόσφατα, ωστόσο, ετέθη εν αμφιβόλωι ο συσχετισμός αυτών των μουμιών – από το Μουσείον εις το Urumqi - με τους Τοχάρους.