Animula, vagula, blandula
Hospes comesque corporis
Quae nunc abibis in loca
Pallidula, rigida, nudula,
Nec, ut soles, dabis iocos
Μικρή ψυχή, περιπλανώμενη και γητεύτρα
Φιλοξενούμενη
και σύντροφε του σώματος
Που
σύντομα θα αναχωρήσεις για τόπους
Σκοτεινούς,
παγωμένους και ομιχλώδεις
Ένα
τέλος σε όλα σου τα αστεία
Ποίημα του Αδριανού, λίγο καιρό πριν πεθάνει
Για 3ο
χρόνο ο ηθοποιός Χρήστος Λιακόπουλος υποδύεται τον Αντωνίνο αυτοκράτορα Αδριανό
στο θέατρο Αλκμήνη. Πρόκειται για έναν εκπληκτικό μονόλογο, του οποίου ο ίδιος
έχει γράψει το σενάριο, έχει επιμεληθεί την σκηνοθεσία και τις μουσικές
επιλογές. Ο φωτισμός, η άρθρωση του λόγου, η αυξομείωσις της εντάσεως του
λόγου, οι συνοδευτικές κλασσικές μελωδίες, η περιφορά εν μέσω των θεατών
καθιστούν την παράσταση μοναδική. Ο
Αδριανός, γέροντας ων, σε ηλικία 62 ετών, λίγο πριν την αποδημία του εις τα
Ηλύσια Πεδία προβαίνει σε μία γενναία ενδοσκόπηση του βίου του και των
διδαγμάτων άτινα απεκόμισε ένεκα τούτου.
Υπάρχουν στιγμές που ο
ερμηνευτής απλά σκιαγραφεί τη ζωή του αυτοκράτορος και στιγμές που καθηλώνει το
κοινό εμμένοντας στην βιωματική έκσταση γεγονότων του βίου του που τον
συνεκλόνησαν συθέμελα. Γιατί τι είναι η ζωή μας παρά πολλές μικρές στιγμές,
μικρές ψηφίδες που τοποθετούνται στο ψηφιδωτό της και που όταν τελειώσουν τελευτά
και η ίδια. Αυτό που μένει, όμως, αυτό που μας χαρακτηρίζει στο διηνεκές ως
ξεχωριστές οντότητες είναι το τελικό πορτραίτο του εαυτού μας στον ορίζοντα του
απείρου του σύμπαντος. Ένα πορτρέτο το οποίο φιλοτεχνήθηκε, αποκλειστικώς, από
εμάς τους ίδιους αλλά που θα κριθεί από τους επιγιγνομένους κατά πόσον είναι
όμορφο ή όχι.
Ο Λιακόπουλος
επιτυγχάνει να παρουσιάσει έναν Αδριανό έμπλεο συναισθηματικών φορτίσεων,
ειδικότερα στο κομμάτι εκείνο του βίου του που αναφέρεται στον Αντίνοο, έναν
ύμνο στον αγνό και άδολο έρωτα όπως εκείνος τον έπλασε. Στην σκέψη του και
μόνον ταράζεται, όχι από αυτά που συμβαίνουν αλλά για εκείνα τα οποία σύμφωνα
με την δική του κοσμοθέαση συμβαίνουν, δικαιώνοντας έτσι τον στωικό Επίκτητο.
Ξετυλίγοντας το κουβάρι
των σκέψεών μας για την παράσταση δεν γίνεται να μην αναφερθούμε στο γεγονός
πως ο Λιακόπουλος δίδει ιδιαίτερη έμφαση στην ελληνότροπη σκέψη του Αδριανού. Η
σκηνή που συλλογάται τις ευθύνες του ως ηγεμόνος μίας αχανούς αυτοκρατορίας με
βάση τις διδαχές του Έλληνος παιδαγωγού του Κλεομένη αποδίδεται παραστατικότατα
με ήπιο και σταθερό φωνητικό τόνο: “Για να μπορείς να κυβερνάς πρέπει πρώτα να
μάθεις να σε κυβερνούν” (πρόκειται για την φράση του Σόλωνος: “Άρχεσθαι μαθών άρχειν επιστήσει” η οποία
υπήρχε στις στρατιωτικές σχολές). Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και με την
αναφορά του στους υπηκόους του πως δεν τους μίσησε ποτέ γιατί αυτούς τους
ίδιους εκλήθη να κυβερνήσει και πως στο τέλος-τέλος και εκείνος είναι ένας από αυτούς.
Γιατί και ο Αδριανός είναι βροτός, είναι θνητός, με το γνώθι σ’αυτόν και όχι
θεός, παρά την αναγκαστική αποδοχή της θεότητός του στα πολιτικά πλαίσια του
ρωμαϊκού imperium. Αλλά και η παραδοχή για τον κηδεμόνα του Τραϊανό, ο οποίος τελικά
απέτυχε στο όνειρό του, το ίδιο που φιλοδόξησε να μεταλαμπαδεύσει τον Αδριανό,
δηλοί βαθείαν επίγνωση της ανθρωπίνου ματαιότητος (“ματαιότης, ματαιοτήτων τα
πάντα ματαιότης” αναφωνεί ο “Εκκλησιαστής”, βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης
συγγραφέν κατά τα ελληνιστικά έτη και βαθύτατα επηρεασμένο από τον Στωικισμό).
Η αποκάλυψη, όμως, της ποιότητος του ανθρώπου Αδριανού, αυτής της
ευγενικής ψυχής, εδράζεται στα λόγια του, εν είδει επικηδείου, για την σύζυγό
του Βίμπια Σαβίνα, η οποία και απεβίωσε πριν από εκείνον. Καίτοι, ως ζευγάρι,
δεν τα βρήκαν ποτέ, με την Σαβίνα να τον κατηγορεί συνεχώς, ο ίδιος μετέπλασε
το μίσος της ως τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής του. Αυτό και μόνον αρκεί ώστε το
ουράνιο πορτραίτο του Αδριανού να εκπέμπει μίαν ιδιαίτερη ομορφιά στην
συμπαντική απεραντοσύνη.
Βίος
του Αδριανού
Το πλήρες όνομα του
Αδριανού ήταν Publius Aelius Traianus Hadrianus. Γεννήθηκε το 76 μ.Χ. Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του, από την οποία
αντλεί πληροφορίες η Historia Augusta, γεννήθηκε στην Ρώμη. Κατήγετο εκ ρωμαϊκής οικογένειας που ήταν
εγκατεστημένη στην ρωμαϊκή επαρχία Hispania Baetica, στην νότιο Ισπανία. Η
οικογένεια του (όπως και άλλες) είχε μετοικήσει στην Ιβηρική μερικούς αιώνες
πριν με πρωτοβουλία του Σκιπίωνος του Αφρικανού (ο νικητής του Αννίβα στην Μάχη
της Ζάμας το 202 π.Χ). Η καταγωγή της ήταν από την Αδρία της Βορείου Ιταλίας.
Πατέρας του ήταν ο Poplius Aelius Hadrianus και
μητέρα του η Δομιτία Παυλίνα. Είχε και μία αδερφή, την Αίλια Δομιτία Παυλίνα.
Ο Αδριανός ανήκει στην Δυναστεία των Αντωνίνων –την πιο ένδοξη ρωμαϊκή
αυτοκρατορική δυναστεία- και είναι ο 3ος, κατά σειρά, αυτοκράτορας
της. Οι Αντωνίνοι ξεκίνησαν με τον Νέρβα (Marcus Cocceius Nerva 96-98).
Ο Νέρβας υιοθέτησε τον Τραϊανό (Marcus Ulpius Traianus 98-117). Ο
τελευταίος υπήρξε ένας καθαρά στρατιωτικός αυτοκράτωρ, υποτάσσοντας την Δακία
(σημερινή Ρουμανία) και συντρίβοντας τιυς Πάρθους φθάνοντας τα ρωμαϊκά σύνορα
έως τον Περσικό κόλπο. Στις εκστρατείες του είχε δίπλα του τον Αδριανό, με τον
οποίο είχε συγγενική σχέση και στον οποίο έδωσε για γυναίκα την ανηψιά του
Σαβίνα. Λίγο πριν πεθάνει ο Τραϊανός λέγεται ότι υπέδειξε ως διάδοχό του τον
Αδριανό, αν και δεν τον είχε υιοθετήσει επισήμως. Είναι γεγονός ότι ο Αδριανός
έχαιρε της εκτιμήσεως της Πλωτίνας (σύζυγος του Τραϊανού). Το βασικό ήταν ότι ο
Αδριανός έχαιρε της εκτιμήσεως του Στρατού ενώ και η Σύγκλητος δεν έφερε
αντίρρηση στην εκλογή του.
Το κύριο μέλημα του Αδριανού ήταν να εξασφαλίσει ειρήνη για το ρωμαϊκό
κράτος έτσι ώστε να ανεβεί το βιοτικό επίπεδο των υπηκόων του και να ευνοηθούν
οι τέχνες και τα γράμματα τα όποια λάτρευε, όντας ο ίδιος δεινός μελετητής της
λατινικής, αλλά κυρίως, της ελληνικής γραμματείας (έγραψε ποιήματα, τόσο στην
λατινική όσο και στην ελληνική, επιγράμματα, από τα οποία μερικά διασώζονται
στην Παλατινή ανθολογία, την αυτοβιογραφία του η οποία αποτέλεσε την βάση για
την συγγραφή του βίου του στην Historia Augusta). Χαρακτηριστικό, δε, της μεγάλης του αγάπης για τα ελληνικά γράμματα
είναι το γεγονός πως τον προσφωνούσαν Graeculus (με την καλή έννοια). Παράλληλα, ο ίδιος, ένεκα της ουμανιστικής του
μορφώσεως, προέβη στην μείωση του αριθμού των δούλων σε όλη την ρωμαϊκή
αυτοκρατορία, προχώρησε σε αλλαγές στο ρωμαϊκό δίκαιο επι τω βελτίστω ως προς
τα ανθρώπινα δικαιώματα και κατήργησε τα βασανιστήρια. Ειδικά για τους
χριστιανούς, οι οποίοι είχαν υποστεί αρκετούς διωγμούς, ο Αδριανός στο
αναπροσαρμοσμένο ρωμαϊκό δίκαιο, ανέφερε ότι αν η κατηγορία σε βάρος ενός
χριστιανού χρησίμευε για λόγους εκβιασμού, θα έπρεπε να τιμωρείται αυστηρά ο
συκοφάντης.
Στα πλαίσια αυτά ήρθε σε ειρηνικό διακανονισμό με τους Πάρθους
επιστρέφοντας τους τις περιοχές της Μέσης Ανατολής που προσάρτησε ο προκάτοχός
του Τραϊανός. Επρόκειτο, φυσικά, και για μία άκρως ρεαλιστική πράξη καθόσον
γνώριζε ότι το κόστος διατήρησής τους υπό τον ρωμαϊκό αετό θα ήταν εξαιρετικά δυσβάστακτο
αλλά και το μέλλον τους, ως ρωμαϊκές επαρχίες, αβέβαιο. Με παρόμοιο τρόπο έλυσε
και το θέμα της Βρετανίας, αρνούμενος να προβεί στην κατάληψη ολόκληρης της
νήσου. Έτσι προχώρησε στην ανέγερση ενός πλινθόκτιστου τείχους (ερείπια αυτού
υπάρχουν ακόμη και σήμερα) που έφερε το όνομά του. Με αυτόν τον τρόπο απομόνωσε
τις φυλές των Καληδονίων που προέρχονταν από την περιοχή της Καληδονίας
(σημερινή Σκωτία) από την υπόλοιπη Βρετανία. Επίσης, στην περιοχή του Ρήνου
ενίσχυσε τις φρουρές και τα τείχη έναντι των γερμανικών φύλων που καραδοκούσαν
απέναντι και ιδιαίτερώς επιθετικά (σχετικές αναφορές κάνει ο Ρωμαίος ιστορικός
Τάκιτος στο έργο του “Germania”).
Ο Αδριανός πραγματοποίησε πολλά ταξίδια σε όλη την ρωμαϊκή επικράτεια. Με
αυτόν τον τρόπο θεωρούσε ότι θα βρίσκονταν πιο κοντά στους υπηκόους του,
αφουγκραζόμενος τα προβλήματά τους. Επισκέφθηκε την υπόλοιπη Ιταλία, την
Γαλατία, την Βρετανία, την Ιβηρική, την Βόρειο Αφρική, την Κυρηναϊκή, την
Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, την Συρία, την Μεσοποταμία, την Μικρά Ασία, την
Πανονία και, φυσικά, την Ελλάδα. Την τελευταία την ευνόησε ιδιαίτερα με
σημαντικά έργα, κυρίως στην Αθήνα (βιβλιοθήκη, υδραγωγείο, Πύλη του Αδριανού,
ενώ ολοκλήρωσε τις εργασίες αποπεράτωσης του ναού του Ολυμπίου Διός ο οποίος
ξεκίνησε να χτίζεται από την εποχή του Πεισιστράτου τον 6ο π.Χ). Στην
Ρώμη ανοικοδόμησε, εκ νέου, το Πάνθεον
το οποίο σώζεται έως σήμερα και είναι γνωστό για την θολωτή του οροφή. Το
αρχικό κτίσμα είχε ανεγερθεί από τον Αγρίππα και κατεστράφη μετά από πυρκαγιά
που ξέσπασε περί το 80 μ.Χ.
Το 132 μ.Χ ξεσπά μία μεγάλη εξέγερση των Εβραίων υπό την ηγεσία του Μπαρ Κόκχμπα. Ο λόγος ήταν ότι ο
Αδριανός σχεδίαζε να ανοικοδομήσει τα ερείπια της Ιερουσαλήμ από τον πρώτο
Ιουδαϊκό πόλεμο του 66-73 μ.Χ, δίνοντάς της, όμως, την μορφή μίας ελληνορωμαϊκής
πόλης και όχι ιουδαϊκής. Επρόκειτο για έναν πολύ σκληρό πόλεμο, κατά τον οποίο
τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπέστησαν βαρύτατες απώλειες πριν καταστείλουν την
εξέγερση. Μετά την λήξη του πολέμου το 135 μ.Χ η εβραϊκή πίστη κηρύσεται εκτός
νόμου και απαγορεύεται στους Εβραίους να πλησιάσουν την Ιερουσαλήμ. Την περιοχή
της Ιουδαίας την ονόμασε Παλαιστίνη και την Ιερουσαλήμ την μετονόμασε σε Aelia Capitolina.
Αναφορικά με το ζήτημα της διαδοχής του ο Αδριανός παρέμεινε πιστός στο
σύστημα της υιοθεσίας που εισήχθη από τον Νέρβα. Έτσι υιοθέτησε τον Κεϊόνιο
Κόμμοδο Βέρο. Ο τελευταίος, όμως, πέθανε το 137 μ.Χ. Κατά τον Γάλλο Ιστορικό Jérôme Carcopino, ο Βέρο, ήταν πιθανότατα καρπός
του έρωτος του Αδριανού με μία γυναίκα, εν ονόματι Πλαύτια. Γεγονός είναι ότι
με την σύζυγό του Βίμπια Σαβίνα δεν τα πήγαινε καθόλου καλά, έτσι δεν θα
αποτελούσε έκπληξη να ισχύει το άνωθεν. Τώρα, μετά τον θάνατο του Βέρου ο
Αδριανός προχώρησε στην υιοθέτηση ενός 50χρονου Συγκλητικού, του Αντωνίνου Πίου
(Titus Fulvus Aelius Hadrianus Antoninus Augustus Pius 138-161).
Προκειμένου, όμως, να ολοκληρωθεί η υιοθεσία, ο Αδριανός έθεσε ως ικανή και
αναγκαία συνθήκη την υιοθέτηση εκ μέρους του Αντωνίνου Πίου δύο νεαρών, του
7ετή Λουκίου Κεϊόνιου Κομμόδου, υιού του θανόντος Βέρου και του 17χρονου Αννίου Βέρου (ο μετέπειτα Στωϊκός
αυτοκράτωρ με το έργο του “Τα εις εαυτόν” Μάρκος Αυρήλιος- Marcus Aurelius
Antoninus Augustus 161-180).
Παρά την προνόησή του, όμως, για την διαδοχή ο Αδριανός δεν απέφυγε την
εκδήλωση συνομωσιών με σκοπό τον αυτοκρατορικό θρόνο. Σημαντικότερη ήταν η
απόπειρα του γαμπρού του Σερβιανού (σύζυγος της αδερφής του Παυλίνας), ο οποίος
τελικά απέτυχε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σερβιανός,
λίγο πριν εκτελεστεί, κατηράσθη τον Αδριανό “να αποζητά τον θάνατο αλλά να μην
πεθαίνει”. Όπερ και εγένετο! Ο Αδριανός απεβίωσε εν μέσω αφόρητων πόνων και
ταλαιπωρίας και αφού προηγουμένως όχι μόνον είχε αποπειραθεί να αυτοκτονήσει
αλλά και είχε ζητήσει από τους ακολούθους του να τον θανατώσουν, πράξη την
οποία οι τελευταίοι αρνήθηκαν να υλοποιήσουν. Ήταν το σωτήριο έτος 138 μ.Χ όταν
ο Αδριανός πήγε να βρει τον Αντίνοο στα Ηλύσια Πεδία, τελικό τόπο κατάληξης των
εναρέτων σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία.
Πρωτογενείς πηγές
1.
Δίων ο
Κάσσιος, Ιστορία της Ρώμης.
2.
Historia Augusta.
3. Publius Cornelius Tacitus, De
Origine et situ Germanorum.
Δευτερογενής Βιβλιογραφία
1.
Συλλογικό, Ιστορία
του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών.
2.
Grimal Pierre, Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
3.
Rostovtzeff Michael, Ρωμαϊκή
Ιστορία.
4.
Mommsen Theodor, Ρωμαϊκή
Ιστορία.