Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Παρουσίαση του βιβλίου του Bryan Ward Perkins: Η πτώση της Ρώμης και το τέλος του πολιτισμού



Ο Βρετανός αρχαιολόγος Bryan Ward Perkins συνέγραψε το βιβλίο για την πτώση της Ρώμης με σκοπό να απαντήσει στους ιστορικούς αναθεωρητές, οι οποίοι τις τελευταίες δεκαετίες ομιλούν για μία, τρόπω τινά, ειρηνική μετάβαση της δυτικής Ευρώπης (ουσιαστικά των περιοχών του δυτικού ρωμαϊκού κράτους) από την ρωμαϊκή διοίκηση στην μεταρωμαϊκή εποχή των γερμανικών βασιλείων των Οστρογότθων, των Βησιγότθων, των Φράγκων, των Βουργουνδών, των Σαξώνων και των Βανδάλων.

Με βάση αυτές τις αντιλήψεις η λεγόμενη και Ύστερη Αρχαιότητα αποτελεί μία μακρά περίοδο πεντακοσίων πενήντα ετών, η οποία ξεκινά από το 250 μ.Χ και τελειώνει το 800 μ.Χ όταν και ο Πάπας Λέων ο Γ’ στέφει τον Καρλομάγνο ως Αυτοκράτορα της Δύσης, τριακόσια είκοσι τέσσερα έτη από την τυπική λύση της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας το 476 μ.Χ. Παράλληλα, στην ιστορική κοσμοθέαση αυτών των ιστoρικών, η αξία της Ρώμης και της αυτοκρατορίας της υποβαθμίζεται και το γόητρό της μειώνεται. Ως απότοκο αυτής της θεώρησης ο Perkins παρουσιάζει την σταδιακή υποχώρηση των κλασσικών σπουδών, οι οποίες χάνουν το κύρος τους, γεγονός αδιαμφισβήτητο στις ημέρες μας, κάτι που επεσήμαναν οι Davis Hanson και Heath John στο, εν πολλοίς, γνωστό βιβλίο τους: «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο».

Για τους αναθεωρητές αυτούς λέξεις όπως: «κρίση», «παρακμή», «πτώση», «κατάκτηση» δεν έχουν θέση στην περιγραφή των μεταρωμαϊκών αιώνων, ως εκ τούτου εξοβελίζονται και την θέση τους παίρνουν άλλες όπως: «μετάβαση», «αλλαγή», «μετασχηματισμός». «πνευματικότητα», σύμφωνες με το πνεύμα του μετανεωτερικού αναθεωρητισμού ο οποίος σαρώνει τις δυτικές κοινωνίες. Έχουν μία παγιωμένη αντίληψη, βάσει της οποίας ο πολιτισμός δεν σταμάτησε απλώς πέρασε σε μία διαφορετική πολιτισμική διάσταση.

Ο Perkins αποδίδει αυτή τους την στάση στις σύγχρονες κοινωνικές εξελίξεις οι οποίες, εν πολλοίς, επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις επιστημονικές απόψεις. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι: “Αναπόφευκτα, υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο μας και τον τρόπο που ερμηνεύουμε το παρελθόν”. Με αυτό ως οδηγό εξηγεί την ιστορική τάση “εξαγνισμού” των γερμανικών φυλών άτινα κατέκλυσαν τα εδάφη του δυτικού ρωμαϊκού κράτους ως αποτέλεσμα της ολοένα και αυξανόμενης γερμανικής επιρροής στην Ευρώπη από την δεκαετία του 1990 και εντεύθεν. Μετά την γερμανική ενοποίηση δηλαδή. Εδώ, όμως, αναφύεται το ερώτημα: Τελικά ποιος γράφει την ιστορία; Ο νικητής ή ο ηττημένος, δεδομένου ότι η Γερμανία ήταν ο ηττημένος του Β’ παγκοσμίου. Όπως φαίνεται η Γερμανία, μέσω της οικονομικής της ευρωστίας, παίρνει την εκδίκησή της.

Εξετάσαμε, αδρομερώς, την νέα και κυριαρχούσα αντίληψη για τους αιώνες του πρώιμου μεσαίωνος ή της υστέρου αρχαιότητος την οποία παρουσιάζει ο Perkins. Δεν αναφερθήκαμε, όμως, στην παλαιότερη θεώρηση, την οποία έρχεται να ενισχύσει ο ίδιος με το παρόν πόνημά του. Η κλασική ιστορική άποψη υποστηρίζει ότι η κατάρρευση της Ρώμης ήταν μεν ένα σύνθετο φαινόμενο στο οποίο, όμως, έπαιξαν καίριο ρόλο οι επιδρομές των γερμανικών φύλων και των Ούννων κατά το τελευταίο τέταρτο του 4ου μ.Χ αιώνος και καθ’ ολόκληρο, σχεδόν τον 5ο.

Ο συγγραφεύς, αρχαιολόγος ων, εξετάζει, συστηματικώς, τις υλικές μαρτυρίες που μας άφησε η ρωμαϊκή εποχή. Προτού, όμως, περάσει στα αρχαιολογικά ευρήματα εξετάζει τις ιστορικές μαρτυρίες του 5ου μ.Χ αιώνος. Εκεί ανακαλύπτει πως κάθε άλλο παρά ρόδινες είναι αναφορικά με την διεύσδυση των γερμανικών φύλων στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Οι σχέσεις συμβίωσης των νεοφερμένων Γερμανών με τους ρωμαϊκούς πληθυσμούς πέρασαν από χίλια κύματα έως ότου εξομαλυνθούν.

Στη συνέχεια ο Perkins εισέρχεται στην συνεξέταση των υλικών καταλοίπων. Συγκεκριμένα, ερευνά την πορεία της κεραμικής, της μεταλλουργίας, της οικοδομικής τεχνοτροπίας και των οικοδομικών υλικών, την κυκλοφορία των νομισμάτων, της κτηνοτροφίας, των διατροφικών συνηθειών, των πληθυσμιακών μεγεθών και της γραφής. Όλα τα στοιχεία συνηγορούν στο γεγονός ότι κατά τους 5ο, 6ο, 7ο και 8ο παρατηρείται μία συνολική πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική παρακμή και συνακόλουθα οπισθοδρόμηση σε συνδυασμό με μία δημογραφική κατάρρευση ανά περιοχές. Η οικονομική πολυπλοκότητα των ρωμαϊκών χρόνων, βάσει της οποίας είχε επιτευχθεί ένα μέγιστο μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης σε συνδυασμό με την μεγάλη εξειδίκευση, έχει καταρρεύσει και στην θέση της επανέρχονται προρωμαϊκες ή ακόμη και προϊστορικές οικονομικές πρακτικές, όπως, λόγου χάρη, η επανεμφάνιση της ανταλλακτικής οικονομίας.

Ως κύριο αίτιο όλων αυτών ο ερευνητής θεωρεί την πολιτική κρίση, η οποία, εν συνεχεία, διαχύθηκε στην οικονομία και προκάλεσε τα διαλυτικά φαινόμενα τα οποία και οδήγησαν στην κατάλυση της ρωμαϊκής εξουσίας στην Δύση τον 5ο μ.Χ. Αναφέροντας την λέξη «Δύση» εννοούμε το δυτικό ρωμαϊκό κράτος (μετά τον οριστικό χωρισμό της αυτοκρατορίας το 395 σε ανατολική και δυτική ρωμαϊκή αυτοκρατορία), στο οποίο και συνέβησαν οι άνωθεν εξελίξεις σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταστούν μη αναστρέψιμες πλέον, παρά τις όποιες προσπάθειες αίτινες, κατά καιρούς, κατεβλήθησαν. Δέον να επισημάνουμε ότι για πρώτη φορά η πολιτική κρίση έπληξε την ρωμαϊκή αυτοκρατορία τον 3ο μ.Χ αιώνα, όταν την δολοφονία του Αλεξάνδρου Σεβήρου το 235 μ.Χ ακολούθησε μία περίοδος πενήντα ετών αναρχίας. Τότε η διάλυση απεσωβήθη χάρις στον Διοκλητιανό (284-305) και τον Κωνσταντίνο (306-337), οίτινες προχώρησαν σε διοικητικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις μεγάλης κλίμακος, μέσω των οποίων το ρωμαϊκό κράτος ανέλαβε.
Καλά όλα αυτά. Γιατί, όμως, η κρίση δεν έπληξε και το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, το οποίο και επέζησε για περίπου μία χιλιετία; Ο ίδιος ο Perkins το αποδίδει σε μία σειρά παραγόντων. Ο σπουδαιότερος είναι η στρατηγικής σημασίας θέση της νεοτεύκτου Κωνσταντινουπόλεως, η οποία την καθιστούσε, στην ουσία, άπαρτη (ο συγγραφεύς την αποκαλεί ως: «το μεγαλύτερο φρούριο του ρωμαϊκού κόσμου»). Τόσο οι Γότθοι το 378 μ.Χ μετά την συντριπτική τους νίκη στην Αδριανούπολη επί του Βάλεντα, όσο και οι Ούννοι τον 5ο αιώνα απέτυχαν να την εκπορθήσουν. Έπειτα, τα στενά του Βοσπόρου, στον οποίο δέσποζε η Νέα Ρώμη, αποτελούσαν αδιαπέραστο φράγμα για τους εισβολείς της Βαλκανικής (Γότθοι, Ούννοι) για την διεκπεραίωσή τους στις πλούσιες επαρχίες της ακμαζούσης τότε Μικράς Ασίας. Έτσι γλίτωσαν τις φρικτές λεηλασίες που υπέστησαν οι πληθυσμοί της χερσονήσου του Αίμου. Πέραν τούτων, η ανατολική αυτοκρατορία ήταν απαλλαγμένη από εμφύλιους πολέμους, οι οποίοι στην δυτική ήταν συνήθεις και ιδιαιτέρως καταστροφικοί. Ως εκ τούτου δεν υπήρξε πολιτική κρίση. Επιπρόσθετα, το ανατολικό ρωμαϊκό κράτος είχε εξασφαλίσει μακρά ειρήνη με την Σασσανιδική Περσία από τα τέλη του 4ου και για ολόκληρο τον 5ο, με αποτέλεσμα να μην έχει απώλεια πόρων και ανθρωπίνου δυναμικού από πολεμικές συρράξεις. Τέλος, το ισχυρό της ναυτικό, αφ’ ενός μεν αποσοβούσε τον κίνδυνο πλήγματος της Μικράς Ασίας από τους Ούννους, αφ΄ετέρου προστάτευε τις παράκτιες περιοχές σε μεγάλο βαθμό από τις πειρατικές επιδρομές των Βανδάλων, οι οποίοι το 439 κατέλαβαν την Καρχηδόνα και ίδρυσαν το Βανδαλικό κράτος της Βορείου Αφρικής.
Είναι γεγονός ότι οι Ρωμαίοι της εποχής των Αντωνίνων του 2ου μ.Χ αιώνος δεν πίστευαν ότι θα έρχονταν η στιγμή που η μισή αυτοκρατορία τους θα έπαυε να υπάρχει. Ο Έλλην φιλόσοφος Αίλιος Αριστείδης, ευρισκόμενος στη Ρώμη, ανεφώνησε στον περίφημο λόγο του «Ρώμης Εγκώμιον» το οριστικό τέλος των πολέμων και την απόλυτη επικράτηση της Pax Romana. Σε λιγότερο από έναν αιώνα η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατακλύζονταν από τις επιδρομές των γερμανικών φύλων από τον Βορρά και τις αντίστοιχες στην Ανατολή εκ της νεοσυστάτου Σασσανιδικής Περσίας (224 μ.Χ). Κι όμως, τίποτε δεν κρατά αιώνια σε αυτόν τον κόσμο. Έτσι και η Ρώμη, μοιραία, κάποια στιγμή έπεσε. Αυτό, όμως, το οποίο πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι οι αυτοκρατορίες, πάντοτε, πέφτουν εκ των έσω. Πρόκειται για ένα ηχηρό καμπανάκι για τον σημερινό μας πολιτισμό (οι ομοιότητες του οποίου με τον ρωμαϊκό είναι πολλές), για τον οποίο τρέφουμε την αυταπάτη ότι θα διαρκεί εσσαεί. Οποία ανθρώπινη ματαιοδοξία…

Διοκλητιανός: Διάταγμα περί των Μεγίστων τιμών



Ο 3ος μ.Χ αιών υπήρξε ο αιών της κρίσης για την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Μετά την δολοφονία του ανίκανου Κόμμοδου το 192 τερματίζεται η πλέον ένδοξη Ρωμαϊκή δυναστεία, εκείνη των Αντωνίνων (96-192). Μετά από εμφύλιες συρράξεις ανέρχεται στον αυτοκρατορικό θώκο το 193 ο Σεπτίμιος Σεβήρος, ιδρυτής της ομωνύμου Δυναστείας, η οποία και τερματίζει το 235. Εκείνη την χρονιά δολοφονείται ο Αλέξανδρος Σεβήρος και ξεκινά μία περίοδος πολιτικής αστάθειας και αναρχίας, η οποία και θα διαρκέσει περί τα πενήντα έτη.

Κατά την περίοδο αυτή το κράτος στρατιωτικοποιείται για να αντιμετωπίσει, αφ’ ενός μεν την ανανεωμένη από το 224 Σασσανιδική Περσία, αφ’ ετέρου τις επιδρομές των Γερμανών οι οποίες κλιμακώνονται και διακρίνονται από ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση. Και όλα αυτά συμβαίνουν παράλληλα με την εσωτερική πολιτική κρίση, η οποία ανεβοκατεβάζει αυτοκράτορες-ανδρείκελλα.

Όλα τα άνωθεν, όμως, έχουν τον αντίκτυπό τους στην οικονομία. Περί τα μέσα του 3ου μ.Χ αιώνος παρατηρούμε μία βαθμιαία εξάπλωση της φτώχιας. Κύριες γραμμές ιδιοκτησίας αποτελούν τα Latifundia. Την εποχή εκείνη παρατηρείται μείωση των μικροϊδιοκτητών λόγω της στρατεύσεώς τους εξ’αιτίας των συνεχών πολέμων, είτε εμφυλίων είτε εξωτερικών, αλλά και λόγω των επιδρομών από τα βαρβαρικά φύλα. Ένεκα τούτου αναγκάζονταν να δώσουν τις ιδιοκτησίες τους και να μετατραπούν σε Coloni, δηλαδή Έποικοι μισθωτοί καλλιεργητές στην ίδια τους την γη που ανήκε τώρα στους μεγαλογαιοκτήμονες, υπό την αιγίδα των οποίων εργάζονταν (patrocinium). Άλλοι κατευθύνονταν στις πόλεις για καλλίτερη τύχη.

Ταυτόχρονα, παρατηρείται μία έλλειψι του χρυσού και του αργύρου με αποτέλεσμα τόσο το χρυσό ρωμαϊκό νόμισμα, το Aureus (ίσο με 25 Δηνάρια ή Denarii), όσο και το αργυρό, το Denarius να υποστούν νόθευση με ευτελή μέταλλα. Η νόθευσις αυτή ήταν το εφάμιλλο της υποτιμήσεως του σημερινού χρηματοπιστωτικού συστήματος, στην οποία προβαίνουν τα κράτη προκειμένου να διορθώσουν την ισοτιμία των νομισμάτων τους. Το 215 ο Καρακάλλας εισάγει ένα νέο επάργυρο νόμισμα το Αντωνινιανό (Αntoninianus) σε αντικατάσταση του Δηναρίου. Ο Αυρηλιανός εισάγει το δικό του, το Αυρηλιανιανό (Aurelianianus).

Ως αποτέλεσμα της νομισματικής νοθεύσεως οι τιμές των προϊόντων αυξάνονται, έχοντας ως συνέπεια την επιστροφή σε παλαιότερες μορφές οικονομικών δοσοληψιών όπως η ανταλλακτική, δηλαδή ανταλλαγή ειδών δίχως την μεσολάβηση νομίσματος. Αυτό έλαβε χώρα, κυρίως, στο δυτικό τμήμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το οποίο δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένο όσο οι ανατολικές επαρχίες, οι οποίες και επέδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή στην κρίση.

Το 284 ανέρχεται στην αυτοκρατορική εξουσία ένας τραχύς στρατιώτης από την Δαλματία, ο Διοκλητιανός. Το 286 προσλαμβάνει ως συνάρχοντα, Αύγουστο της Δύσης, τον Μαξιμιανό με έδρα τα Μεδιόλανα (Μιλάνο), ενώ εκείνος είναι ο Αύγουστος της Ανατολής με έδρα την Νικομήδεια. Ο Διοκλητιανός πήρε τον τίτλο Iovious και ο Μαξιμανός τον τίτλο Herculius. Το 293 καθιερώνει την κατάτμηση της εξουσίας στο ρωμαϊκό κράτος με την Τετραρχία, της οποίας είναι ο εμπνευστής και ιθύνων νους. Οι δύο Αύγουστοι ορίζουν δύο Καίσαρες. Ο Διοκλητιανός τον Γαλέριο με έδρα το Σίρμιο και ο Μαξιμιανός τον Κωνστάντιο τον Χλωρό (πατέρας του Μ. Κωνσταντίνου) με έδρα τους Τρεβήρους. Επί των ημερών του το Principatus του Οκταβιανού Αυγούστου μετατρέπεται σε Dominatus που συνεπάγεται την δεσποτική μοναρχία.  του κράτους. O Διοκλητιανός, ως πρώτος μεταξύ ίσων, θεωρείται εκπρόσωπος του θεού επί της γης (dominus et deus). Για τον λόγο αυτό από το 290 στο τυπικό ακροάσεως συμπεριλαμβάνεται η προσκύνησις (adoratio).

Ο Διοκλητιανός διαίρεσε την ρωμαϊκή αυτοκρατορία σε 12 διοικήσεις (Dioecesis) με ξεχωριστό διοικητή για την πολιτική εξουσία και διαφορετικό για την στρατιωτική (Dux) ενώ αύξησε τις επαρχίες από 80 σε 100. Η Σύγκλητος, έτσι, χάνει, έτι περεταίρω, την δύναμή της. Επίσης, προχωρά σε νομισματική μεταρρύθμιση με την οποία αυξάνει την περιεκτικότητα του νομίσματος σε καθαρό χρυσό, ενώ δημιουργεί 15 Νομισματοκοπεία ανά την επικράτεια. Τέλος, βγάζει Διάταγμα με βάση το οποίο καθορίζεται διατίμηση στα βασικά αγαθά. Πρόκειται για το διάταγμα του 301 περί των μεγίστων τιμών (de pretiis). Η μεγαλόστομη διακήρυξη του ανέφερε ότι κατόρθωσε να προσφέρει την “Χρυσή εποχή στην ανθρωπότητα”(Aureus humanorum rerum status).

Το συγκεκριμένο Έδικτο το θέσπισε περιβάλλοντας το με ένα ιδιαίτερο ηθικό τόνο, αναγόμενο στις πατροπαράδοτες ρωμαϊκές αξίες. Ως εκ τούτου οι ποινές για όσους παρέβαιναν την διοκλητιάνεια διατίμηση ήταν βαρύτατες και έφθαναν έως την θανατική καταδίκη. Αν και τελικά δεν μπόρεσε να εφαρμοστεί επί μακρόν αξίζει να δούμε ένα απόσπασμα αυτού ώστε να διαπιστώσουμε το πνεύμα το οποίο το διέπει:

Ποιος είναι τόσο αναίσθητος και στερημένος από ανθρώπινα συναισθήματα ώστε να μην έχει επίγνωση ή να μην έχει αντιληφθεί ότι οι αλόγιστες τιμές είναι διαδεδομένες στο εμπόριο της αγοράς και στην καθημερινή ζωή των πόλεων, και ότι ο ανεξέλεγκτος πόθος για κέρδος δεν μειώνεται από τις άφθονες προμήθειες ή τα γόνιμα έτη; Εφ’ όσον συμφωνείτε ότι την αποχή των προγόνων μας ήταν έθιμο να περνούν νόμους που όριζαν κάποια τιμή, εφ’ όσον μια κατάσταση ευεργετική για τους ανθρώπους σπάνια γίνεται αποδεκτή αμέσως, και εφ’ όσον η εμπειρία διδάσκει ότι ο φόβος είναι ο πιο αποτελεσματικός οδηγός και ρυθμιστής για την εκτέλεση του καθήκοντος, είναι ευχαρίστησίς μας να πούμε ότι σε οποιονδήποτε παραβιάσει αυτά τα μέτρα θα επιβληθεί θανατική ποινή για το θράσος του.

Τελικά, τόσο οι πληθωριστικές τάσεις όσο και η υποτίμησις του νομίσματος θα αντιμετωπιστούν καίρια από τον Μ. Κωνσταντίνο τον 4ο μ.Χ αιώνα, ο οποίος και θα εκδώσει το νέο χρυσό ρωμαϊκό νόμισμα, τον Solidus ή Σόλιδο (το οποίο μετονομάζεται σε “Ιστάμενον” από τον 10ο και μετά). Ο χρυσός Σόλιδος θα αποτελέσει σταθερό νόμισμα παγκόσμιας αναφοράς για περίπου επτά αιώνες, όντας το λεγόμενο και “Δολλάριο” του Μεσαίωνος.

Βιβλιογραφία
1.     Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών.
2.     Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, Pierre Grimal, Εκδόσεις Θύραθεν.
Η Ύστερη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, Averil Cameron, Εκδόσεις Καρδαμίτσα.