Ο 3ος μ.Χ
αιών υπήρξε ο αιών της κρίσης για την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Μετά την δολοφονία
του ανίκανου Κόμμοδου το 192 τερματίζεται η πλέον ένδοξη Ρωμαϊκή δυναστεία, εκείνη
των Αντωνίνων (96-192). Μετά από εμφύλιες συρράξεις ανέρχεται στον αυτοκρατορικό
θώκο το 193 ο Σεπτίμιος Σεβήρος, ιδρυτής της ομωνύμου Δυναστείας, η οποία και
τερματίζει το 235. Εκείνη την χρονιά δολοφονείται ο Αλέξανδρος Σεβήρος και ξεκινά
μία περίοδος πολιτικής αστάθειας και αναρχίας, η οποία και θα διαρκέσει περί τα
πενήντα έτη.
Κατά την περίοδο αυτή
το κράτος στρατιωτικοποιείται για να αντιμετωπίσει, αφ’ ενός μεν την ανανεωμένη
από το 224 Σασσανιδική Περσία, αφ’ ετέρου τις επιδρομές των Γερμανών οι οποίες
κλιμακώνονται και διακρίνονται από ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση. Και όλα
αυτά συμβαίνουν παράλληλα με την εσωτερική πολιτική κρίση, η οποία ανεβοκατεβάζει
αυτοκράτορες-ανδρείκελλα.
Όλα τα άνωθεν, όμως, έχουν
τον αντίκτυπό τους στην οικονομία. Περί τα μέσα του 3ου μ.Χ αιώνος
παρατηρούμε μία βαθμιαία εξάπλωση της φτώχιας. Κύριες γραμμές ιδιοκτησίας
αποτελούν τα Latifundia.
Την
εποχή εκείνη παρατηρείται μείωση των μικροϊδιοκτητών λόγω της στρατεύσεώς τους
εξ’αιτίας των συνεχών πολέμων, είτε εμφυλίων είτε εξωτερικών, αλλά και λόγω των
επιδρομών από τα βαρβαρικά φύλα. Ένεκα τούτου αναγκάζονταν να δώσουν τις
ιδιοκτησίες τους και να μετατραπούν σε Coloni,
δηλαδή Έποικοι μισθωτοί καλλιεργητές
στην ίδια τους την γη που ανήκε τώρα στους μεγαλογαιοκτήμονες, υπό την αιγίδα
των οποίων εργάζονταν (patrocinium). Άλλοι κατευθύνονταν
στις πόλεις για καλλίτερη τύχη.
Ταυτόχρονα, παρατηρείται
μία έλλειψι του χρυσού και του αργύρου με αποτέλεσμα τόσο το χρυσό ρωμαϊκό νόμισμα,
το Aureus
(ίσο με 25 Δηνάρια ή Denarii), όσο και το αργυρό, το Denarius να υποστούν νόθευση
με ευτελή μέταλλα. Η νόθευσις αυτή ήταν το εφάμιλλο της υποτιμήσεως του
σημερινού χρηματοπιστωτικού συστήματος, στην οποία προβαίνουν τα κράτη προκειμένου
να διορθώσουν την ισοτιμία των νομισμάτων τους. Το 215 ο Καρακάλλας εισάγει ένα
νέο επάργυρο νόμισμα το Αντωνινιανό (Αntoninianus) σε αντικατάσταση του Δηναρίου. Ο
Αυρηλιανός εισάγει το δικό του, το Αυρηλιανιανό (Aurelianianus).
Ως αποτέλεσμα της νομισματικής
νοθεύσεως οι τιμές των προϊόντων αυξάνονται, έχοντας ως συνέπεια την επιστροφή
σε παλαιότερες μορφές οικονομικών δοσοληψιών όπως η ανταλλακτική, δηλαδή
ανταλλαγή ειδών δίχως την μεσολάβηση νομίσματος. Αυτό έλαβε χώρα, κυρίως, στο
δυτικό τμήμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το οποίο δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένο όσο
οι ανατολικές επαρχίες, οι οποίες και επέδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή στην κρίση.
Το 284 ανέρχεται στην
αυτοκρατορική εξουσία ένας τραχύς στρατιώτης από την Δαλματία, ο Διοκλητιανός. Το
286 προσλαμβάνει ως συνάρχοντα, Αύγουστο της Δύσης, τον Μαξιμιανό με έδρα τα
Μεδιόλανα (Μιλάνο), ενώ εκείνος είναι ο Αύγουστος της Ανατολής με έδρα την
Νικομήδεια. Ο Διοκλητιανός πήρε τον τίτλο Iovious
και
ο Μαξιμανός τον τίτλο Herculius. Το 293 καθιερώνει
την κατάτμηση της εξουσίας στο ρωμαϊκό κράτος με την Τετραρχία, της οποίας είναι ο εμπνευστής και ιθύνων νους. Οι δύο
Αύγουστοι ορίζουν δύο Καίσαρες. Ο Διοκλητιανός τον Γαλέριο με έδρα το Σίρμιο
και ο Μαξιμιανός τον Κωνστάντιο τον
Χλωρό (πατέρας του Μ. Κωνσταντίνου) με έδρα τους Τρεβήρους. Επί των ημερών του το Principatus του Οκταβιανού Αυγούστου μετατρέπεται σε Dominatus που συνεπάγεται την δεσποτική
μοναρχία. του κράτους. O Διοκλητιανός,
ως πρώτος μεταξύ ίσων, θεωρείται εκπρόσωπος του θεού επί της γης (dominus et deus). Για τον λόγο αυτό από
το 290 στο τυπικό ακροάσεως συμπεριλαμβάνεται η προσκύνησις (adoratio).
Ο Διοκλητιανός διαίρεσε
την ρωμαϊκή αυτοκρατορία σε 12 διοικήσεις (Dioecesis)
με ξεχωριστό διοικητή για την πολιτική εξουσία και διαφορετικό για την
στρατιωτική (Dux) ενώ αύξησε τις
επαρχίες από 80 σε 100. Η Σύγκλητος, έτσι, χάνει, έτι περεταίρω, την δύναμή της.
Επίσης, προχωρά σε νομισματική μεταρρύθμιση με την οποία αυξάνει την περιεκτικότητα
του νομίσματος σε καθαρό χρυσό, ενώ δημιουργεί 15 Νομισματοκοπεία ανά την επικράτεια.
Τέλος, βγάζει Διάταγμα με βάση το οποίο καθορίζεται διατίμηση στα βασικά αγαθά.
Πρόκειται για το διάταγμα του 301 περί των μεγίστων τιμών (de
pretiis). Η μεγαλόστομη διακήρυξη
του ανέφερε ότι κατόρθωσε να προσφέρει την “Χρυσή εποχή στην ανθρωπότητα”(Aureus
humanorum rerum
status).
Το συγκεκριμένο Έδικτο
το θέσπισε περιβάλλοντας το με ένα ιδιαίτερο ηθικό τόνο, αναγόμενο στις πατροπαράδοτες
ρωμαϊκές αξίες. Ως εκ τούτου οι ποινές για όσους παρέβαιναν την διοκλητιάνεια
διατίμηση ήταν βαρύτατες και έφθαναν έως την θανατική καταδίκη. Αν και τελικά
δεν μπόρεσε να εφαρμοστεί επί μακρόν αξίζει να δούμε ένα απόσπασμα αυτού ώστε
να διαπιστώσουμε το πνεύμα το οποίο το διέπει:
“Ποιος είναι τόσο αναίσθητος και στερημένος από ανθρώπινα συναισθήματα ώστε να μην έχει επίγνωση ή να μην έχει αντιληφθεί ότι οι αλόγιστες τιμές είναι διαδεδομένες στο εμπόριο της αγοράς και στην καθημερινή ζωή των πόλεων, και ότι ο ανεξέλεγκτος πόθος για κέρδος δεν μειώνεται από τις άφθονες προμήθειες ή τα γόνιμα έτη; Εφ’ όσον συμφωνείτε ότι την αποχή των προγόνων μας ήταν έθιμο να περνούν νόμους που όριζαν κάποια τιμή, εφ’ όσον μια κατάσταση ευεργετική για τους ανθρώπους σπάνια γίνεται αποδεκτή αμέσως, και εφ’ όσον η εμπειρία διδάσκει ότι ο φόβος είναι ο πιο αποτελεσματικός οδηγός και ρυθμιστής για την εκτέλεση του καθήκοντος, είναι ευχαρίστησίς μας να πούμε ότι σε οποιονδήποτε παραβιάσει αυτά τα μέτρα θα επιβληθεί θανατική ποινή για το θράσος του. ”
Τελικά, τόσο οι
πληθωριστικές τάσεις όσο και η υποτίμησις του νομίσματος θα αντιμετωπιστούν καίρια
από τον Μ. Κωνσταντίνο τον 4ο μ.Χ αιώνα, ο οποίος και θα εκδώσει το
νέο χρυσό ρωμαϊκό νόμισμα, τον Solidus ή
Σόλιδο (το οποίο μετονομάζεται σε “Ιστάμενον”
από τον 10ο και μετά). Ο χρυσός Σόλιδος θα αποτελέσει σταθερό νόμισμα
παγκόσμιας αναφοράς για περίπου επτά αιώνες, όντας το λεγόμενο και “Δολλάριο”
του Μεσαίωνος.
Βιβλιογραφία
1.
Ιστορία
του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών.
2.
Η
Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, Pierre Grimal, Εκδόσεις Θύραθεν.
Η Ύστερη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, Averil Cameron, Εκδόσεις Καρδαμίτσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου