Ἰωάννης καὶ πρότερον πρὸς τοῦ πατρὸς
αὐτῷ μνηστευθεῖσαν τὴν βασιλείαν παρέλαβεν,
αὐτῷ μνηστευθεῖσαν τὴν βασιλείαν παρέλαβεν,
ἐφ' ὅσον τε ὁ καιρὸς ἐπεμέτρει τοῖς πολιτικοῖς
ἑαυτὸν ἐπιδοὺς πράγμασιν ἐπὶ τὴν Ἀσίαν ἐξώρμησεν.
ἔστι δέ τις ἄγχιστα Λύκου καὶ Κάπρου τῶν Φρυγίων
ποταμῶν κειμένη πόλις ὄνομα Λαοδίκη. ταύτην δὲ
χρόνῳ τινὶ πρότερον Πέρσαις ἁλοῦσαν
χρόνῳ τινὶ πρότερον Πέρσαις ἁλοῦσαν
τῇ Ῥωμαίων ἀνασώσασθαι ὁ βασιλεὺς
διανοηθείς, ἀξιόλογον ἐπ' αὐτῇ στρατείαν ἤλασεν.
διανοηθείς, ἀξιόλογον ἐπ' αὐτῇ στρατείαν ἤλασεν.
(Ιωάννης Κίνναμος Επιτομή Ιστοριών 2)
Ο Ιωάννης Β' ο Κομνηνός ήτο υιός του Αλεξίου του Α' (1081-1118), ο οποίος ίδρυσε την Δυναστεία των Κομνηνών. Η άνοδος το 1081 στον βυζαντινό θρόνο του Αλεξίου απέτρεψε την πλήρη κατάρρευση του βυζαντινού κράτους δίνοντάς του ζωή πλέον του αιώνος. Είναι χαρακτηριστικό ότι για ένα διάστημα 100 ετών (1081-1180) ανέβηκαν στον θρόνο μόλις τρεις αυτοκράτορες: Αλέξιος Α' (1081-1118), Ιωάννης Β' (1118-1143) και Μανουήλ Α' (1143-1180), γεγονός το οποίο, αναμφισβήτητα, αποδεικνύει την σταθερότητα που επικράτησε εκείνη την περίοδο. Δέον να σημειώσουμε, όμως, ότι η προϊούσα παρακμή του 11ου αιώνος είχε επιφέρει ανήκεστο βλάβη στην βυζαντινή αυτοκρατορία, την οποία απλώς ανέκοψαν κατά τον 12ο αιώνα οι Κομνηνοί, δίχως, τελικά, να επιτύχουν να την αναστρέψουν στην ολότητα της, παρά μόνο εν μέρει. Έτσι, μετά τον θάνατο του Μανουήλ Κομνηνού το 1180, όταν ανήλθαν στον βυζαντινό θρόνο ανίκανοι αυτοκράτορες εμφανίστηκαν ξανά τα παρακμιακά συμπτώματα, αυτή τη φορά περισσότερο έντονα έως ότου οδηγήσουν στην πρώτη άλωση της Βασιλευούσης το 1204.
Ο Ιωάννης Β' ο Κομνηνός ανακηρύσσεται αυτοκράτωρ το 1118, χρονιά κατά την οποία πεθαίνει ο πατέρας του Αλέξιος ο Α' μετά από βαρειά ασθένεια. Στέφεται στις 28 Νοεμβρίου από τον Πατριάρχη Ιωάννη Θ' Αγαπητό. Να επισημάνουμε, δε, ότι την ίδια ημέρα γεννήθηκε ο γιος του Μανουήλ, ο οποίος και τον διεδέχθη στον θρόνο το 1143. Ο Ιωάννης ενυμφεύθη το 1105 την κόρη του βασιλιά της Ουγγαρίας Λαδισλάου του Α' Πιρίσκα, η οποία μετωνομάσθη Ειρήνη. Η αυτοκράτειτα Ειρήνη το 1134 απεβίωσε, αφού λίγο πριν είχε αποσυρθεί σε Μοναστήρι στην Βιθυνία.
Λόγω της επιλογής των συνεργατών του από ευρύτερους κύκλους, πέραν των συγγενών, ο Ιωάννης επικρίθηκε από τους τελευταίους. Σε αυτό το σημείο να διευκρινήσουμε ότι ο πατέρας του ο Αλέξιος ο Α' διόρισε σε όλα τα νευραλγικά πόστα ανθρώπους από την οικογένεια των Κομνηνών. Από την άλλη, το αποκλειστικό κριτήριο του Ιωάννου ήταν η επάρεκεια εκείνου για το πόστο που προορίζονταν και όχι απαραίτητα η συγγενική σχέση. Βεβαίως, να επισημάνουμε ότι χρησιμοποίησε και συγγενείς του σε κρατικά αξιώματα, αφού πρώτα τους έκρινε ικανούς. Αυτή του η στάση, όμως, δεν άρεσε σε δύο πρόσωπα του στενού του οικογενειακού περιβάλλοντος. Το πρώτο από αυτά αντέδρασε άμεσα και ήταν η αδερφή του Άννα, η οποία συνομώτησε με σκοπό να ανεβάσει στον θρόνο τον σύζυγό της Νικηφόρο Βρυέννιο. Εν τέλει απέτυχε και απομακρύνθηκε από το αυτοκρατορικό περιβάλλον. Το δεύτερο ήταν ο αδερφός του Ισαάκιος, ο οποίος το 1130 στασιάζει αλλά και αυτός αποτυγχάνει να τον εκθρονίσει. Έτσι αναγκάζεται να εγκαταλείψει την βυζαντινή επικράτεια.
Οι βασικοί του συνεργάτες ήταν:
Αφού έβαλε σε τάξη το κράτος (το οποίο τους τελευταίους μήνες του 1118 λόγω της ασθένειας του Αλεξίου είχε παρουσιάσει παρόμοια συμπτώματα με εκείνα της αστάθειας του 11ου αιώνος) με τους νέους του συνεργάτες, προέβη στις απαραίτητες ετοιμασίες για τις στρατιωτικές του εξορμήσεις. Οι πρώτες εκστρατείες λαμβάνουν χώρα στην Φρυγία και την κοιλάδα του Μαιάνδρου. Μετά από σκληρές μάχες καταφέρνει να ανακτήσει την άνοιξη του 1120 στην περιοχή της Παμφυλίας την Λαοδίκεια και την Σωζόπολη.
Επειδή το πρόβλημα των Πατσινάκων δεν λύθηκε οριστικά με την Μάχη του Λεβουνίου το 1091, κατά την οποία ηττήθηκαν από τον πατέρα του Αλέξιο τον Α', και οι εξορμήσεις τους με τις ανάλογες λεηλασίες ξανάρχισαν, αποφάσισε να εξαλείψει τον κίνδυνο τους μία και καλή. Έτσι το 1123 τους συντρίβει οριστικά στην Βερόη (σημερινή Στάρα Ζαγόρα της Βουλγαρίας) και ο κίνδυνος των Πατσινάκων (ή Πετσενέγκων) εκλείπει.
Το 1126 επιχειρεί να άρει τα εμπορικά προνόμια των Βενετών, απότοκο της συμφωνίας που -ελέω Νορμανδικής απειλής- υποχρεώθηκε να κλείσει το 1082 ο πατέρας του Αλέξιος με το τότε Χρυσόβουλο, το οποίο προέβλεπε την φορολογική ατέλεια των Βενετών εμπόρων καθώς και των βενετικών πλοίων σε ορισμένα λιμάνια στην βυζαντινή επικράτεια. Τελικά, μετά από επιθέσεις και λεηλασίες των Βενετών σε βυζαντινά νησιά και παράλια αναγκάζεται να ανανεώσει τα προνόμια των τελευταίων και να τα επεκτείνει με την προσθήκη της Κρήτης και της Κύπρου στις ζώνες ελεύθερης εμπορία τους.
Το 1128 στρέφεται κατά των Ούγγρων που απειλούσαν τα σύνορα του Βυζαντίου στην βορειοδυτική Βαλκανική. Οι τελευταίοι κατέλαβαν την πόλη Βρανίτζοβα προκαλώντας την αντίδραση του Ιωάννου. Αυτό ήταν απλώς η αφορμή για την βυζαντινο-ουγγρική διένεξη. Η αιτία ήταν το άσυλο που ζήτησε και έλαβε ο αδερφός του Ούγγρου βασιλιά Στεφάνου του Β' στην βυζαντινή αυλή. Ο Ιωάννης κινείται εναντίων των Ούγγρων, τους νικά κοντά στο φρούριο του Χράμου και ανακτά την Βρανίτζοβα. Τελικά, ο νέος ηγεμόνας της Ουγγαρίας Μπέλα ο Β', ο οποίος διεδέχθη τον Στέφανο Β' το 1131, επιδιώκει φιλικές σχέσεις με το Βυζαντινό κράτος. Έτσι σταματούν οι εχθροπραξίες.
Το 1130 ο αδερφός του Ιωάννου, ο Ισαάκιος, επιχειρεί να στασιάση κατά του αυτοκράτορος αλλά αποτυγχάνει και εγκαταλείπει, αναγκαστικά, την Κωνσταντινούπολη αλλά και την βυζαντινή επικράτεια.
Το 1132 εκστρατεύει στην Παφλαγονία και κυριεύει την Κασταμονή από τους Δανισμενίδες, οι οποίοι, όμως, θα επανέλθουν την επόμενη χρονιά (1133) επανακαταλάμβοντας την πόλη.
Το 1133 ο Ιωάννης προσεγγίζει τον Γερμανό Βασιλιά Λοθάριο και, εν συνεχείαι, το 1137 τον διάδοχό του Κορράδο τον Γ', με σκοπό τον συνασπισμό των δύο αυτοκρατοριών κατά του Νορμανδού ηγεμόνος Ρογήρου του Β', ο οποίος συνιστούσε απειλή και για τα δύο κράτη, κυρίως όμως για τους βυζαντινούς. Ο λόγος ήταν η συνένωση της Νοτίου Ιταλίας και της Σικελίας σε ενιαίο βασίλειο υπό νορμανδική διοίκηση.
Την άνοιξη του 1137 ο Ιωάννης εκστρατεύει κατά της Μικράς Αρμενίας στην περιοχή της Κιλικίας. Έως το 1138 καταφέρνει να καταλύσει το εκεί αρμενικό κράτος και να συλλάβει αιχμάλωτο τον Αρμένιο ηγεμόνα του Ρουπέν.
Παράλληλα με τις πολεμικές επιχειρήσεις των βυζαντινών εναντίον του κράτους της Μικράς Αρμενίας, ο Ιωάννης τον Αύγουστο του 1137 ξεκινά την πολιορκία της Αντιοχείας. Υπό τον ασφυκτικό βυζαντινό πολιορκητικό κλοιό ο ηγεμόνας της Αντιοχείας Ραϋμούνδος υποχρεώνεται να δεχτεί την επικυριαρχία του βυζαντινού αυτοκράτορος και να ασκεί την διοίκηση εκ μέρους του.
Το 1138 ο Ιωάννης υπογράφει Συνθήκη Ειρήνης με τον Εμίρη του Σέσερ.
Την άνοιξη του 1142 εκστρατεύει, εκ νέου, προς ανατολάς. Την ίδια χρονιά έχει την ατυχία να πεθάνουν οι δύο μεγαλύτεροι γιοι του, ο πρωτότοκος Αλέξιος και ο δευτερότοκος Ανδρόνικος. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς καταλαμβάνει την Αττάλεια.
Το 1143, κατόπιν αρνήσεως των Αντιοχέων στην είσοδο του αυτοκράτορος στην πόλη τους, ο Ιωάννης στρατοπεδεύει στην Κιλικία για να προετοιμάσει την πολιορκία της πόλεως. Εκεί είναι που θα πεθάνει κατά την διάρκεια ενός κυνηγιού. Συγκεκριμένα θα πληγωθεί με δηλητηριασμένο βέλος. Προτού πεθάνει θα χρίσει ως διάδοχό του τον τεταρτότοκο του γιο Μανουήλ. Αποβίωσε στις οκτώ Απριλίου του 1143.
Ο Ιωάννης έλαβε μέτρα οικονομικής ανάπτυξης, περιόρισε τις σπατάλες και επέβαλλε πιο δίκαιη φορολογία. Διέθετε εξαίρετο χαρακτήρα ένεκα του οποίου ωνομάσθη Καλοϊωάννης. Ο Ιωάννης ο Β' θέλησε να αποκαταστήση το παλαιό γόητρο του Βυζαντίου. Προς τούτο κινήθηκε με μαεστρία, προκειμένου να αποφύγει την δημιουργία διπλού μετώπου, δηλαδή ταυτόχρονο πόλεμο σε Ανατολή και Δύση (γι' αυτό και οι συμφωνίες του με τους Γερμανούς βασιλείς και οι βήμα προς βήμα στρατιωτικές του κινήσεις, πότε στην Βαλκανική και πότε στην Μικρά Ασία και πάντοτε μεμονωμένα). Τέλος, να αναφέρουμε ότι πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε εκστρατείες.
Ο Ιωάννης Β' ο Κομνηνός ανακηρύσσεται αυτοκράτωρ το 1118, χρονιά κατά την οποία πεθαίνει ο πατέρας του Αλέξιος ο Α' μετά από βαρειά ασθένεια. Στέφεται στις 28 Νοεμβρίου από τον Πατριάρχη Ιωάννη Θ' Αγαπητό. Να επισημάνουμε, δε, ότι την ίδια ημέρα γεννήθηκε ο γιος του Μανουήλ, ο οποίος και τον διεδέχθη στον θρόνο το 1143. Ο Ιωάννης ενυμφεύθη το 1105 την κόρη του βασιλιά της Ουγγαρίας Λαδισλάου του Α' Πιρίσκα, η οποία μετωνομάσθη Ειρήνη. Η αυτοκράτειτα Ειρήνη το 1134 απεβίωσε, αφού λίγο πριν είχε αποσυρθεί σε Μοναστήρι στην Βιθυνία.
Λόγω της επιλογής των συνεργατών του από ευρύτερους κύκλους, πέραν των συγγενών, ο Ιωάννης επικρίθηκε από τους τελευταίους. Σε αυτό το σημείο να διευκρινήσουμε ότι ο πατέρας του ο Αλέξιος ο Α' διόρισε σε όλα τα νευραλγικά πόστα ανθρώπους από την οικογένεια των Κομνηνών. Από την άλλη, το αποκλειστικό κριτήριο του Ιωάννου ήταν η επάρεκεια εκείνου για το πόστο που προορίζονταν και όχι απαραίτητα η συγγενική σχέση. Βεβαίως, να επισημάνουμε ότι χρησιμοποίησε και συγγενείς του σε κρατικά αξιώματα, αφού πρώτα τους έκρινε ικανούς. Αυτή του η στάση, όμως, δεν άρεσε σε δύο πρόσωπα του στενού του οικογενειακού περιβάλλοντος. Το πρώτο από αυτά αντέδρασε άμεσα και ήταν η αδερφή του Άννα, η οποία συνομώτησε με σκοπό να ανεβάσει στον θρόνο τον σύζυγό της Νικηφόρο Βρυέννιο. Εν τέλει απέτυχε και απομακρύνθηκε από το αυτοκρατορικό περιβάλλον. Το δεύτερο ήταν ο αδερφός του Ισαάκιος, ο οποίος το 1130 στασιάζει αλλά και αυτός αποτυγχάνει να τον εκθρονίσει. Έτσι αναγκάζεται να εγκαταλείψει την βυζαντινή επικράτεια.
Οι βασικοί του συνεργάτες ήταν:
- Ιωάννης Αξούχος που διορίστηκε ως Μέγας Δομέστικος (το 1097 με την ανακατάληψη της Νικαίας από τους Βυζαντινούς εδόθη αιχμάλωτος στον Αλέξιο, μεγάλωσε μαζί με τον Ιωάννη όπου έγιναν αχώριστοι φίλοι, ήταν τουρκικής καταγωγής και ιδιαιτέρως ευφυιής).
- Γρηγόριος Καματηρός που τοποθετήθηκε Υπογραμματεύς
- Ιωάννης Κομνηνός (συγγενής του Ιωάννου εξ αίματος) που ανέλαβε Φροντιστής των δημοσίων πραγμάτων
- Γρηγόριος Ταρωνίτης που από Πρωτοβεστιάριος ανέλαβε και εκείνος Φροντιστής των δημοσίων πραγμάτων
Αφού έβαλε σε τάξη το κράτος (το οποίο τους τελευταίους μήνες του 1118 λόγω της ασθένειας του Αλεξίου είχε παρουσιάσει παρόμοια συμπτώματα με εκείνα της αστάθειας του 11ου αιώνος) με τους νέους του συνεργάτες, προέβη στις απαραίτητες ετοιμασίες για τις στρατιωτικές του εξορμήσεις. Οι πρώτες εκστρατείες λαμβάνουν χώρα στην Φρυγία και την κοιλάδα του Μαιάνδρου. Μετά από σκληρές μάχες καταφέρνει να ανακτήσει την άνοιξη του 1120 στην περιοχή της Παμφυλίας την Λαοδίκεια και την Σωζόπολη.
Επειδή το πρόβλημα των Πατσινάκων δεν λύθηκε οριστικά με την Μάχη του Λεβουνίου το 1091, κατά την οποία ηττήθηκαν από τον πατέρα του Αλέξιο τον Α', και οι εξορμήσεις τους με τις ανάλογες λεηλασίες ξανάρχισαν, αποφάσισε να εξαλείψει τον κίνδυνο τους μία και καλή. Έτσι το 1123 τους συντρίβει οριστικά στην Βερόη (σημερινή Στάρα Ζαγόρα της Βουλγαρίας) και ο κίνδυνος των Πατσινάκων (ή Πετσενέγκων) εκλείπει.
Το 1126 επιχειρεί να άρει τα εμπορικά προνόμια των Βενετών, απότοκο της συμφωνίας που -ελέω Νορμανδικής απειλής- υποχρεώθηκε να κλείσει το 1082 ο πατέρας του Αλέξιος με το τότε Χρυσόβουλο, το οποίο προέβλεπε την φορολογική ατέλεια των Βενετών εμπόρων καθώς και των βενετικών πλοίων σε ορισμένα λιμάνια στην βυζαντινή επικράτεια. Τελικά, μετά από επιθέσεις και λεηλασίες των Βενετών σε βυζαντινά νησιά και παράλια αναγκάζεται να ανανεώσει τα προνόμια των τελευταίων και να τα επεκτείνει με την προσθήκη της Κρήτης και της Κύπρου στις ζώνες ελεύθερης εμπορία τους.
Το 1128 στρέφεται κατά των Ούγγρων που απειλούσαν τα σύνορα του Βυζαντίου στην βορειοδυτική Βαλκανική. Οι τελευταίοι κατέλαβαν την πόλη Βρανίτζοβα προκαλώντας την αντίδραση του Ιωάννου. Αυτό ήταν απλώς η αφορμή για την βυζαντινο-ουγγρική διένεξη. Η αιτία ήταν το άσυλο που ζήτησε και έλαβε ο αδερφός του Ούγγρου βασιλιά Στεφάνου του Β' στην βυζαντινή αυλή. Ο Ιωάννης κινείται εναντίων των Ούγγρων, τους νικά κοντά στο φρούριο του Χράμου και ανακτά την Βρανίτζοβα. Τελικά, ο νέος ηγεμόνας της Ουγγαρίας Μπέλα ο Β', ο οποίος διεδέχθη τον Στέφανο Β' το 1131, επιδιώκει φιλικές σχέσεις με το Βυζαντινό κράτος. Έτσι σταματούν οι εχθροπραξίες.
Το 1130 ο αδερφός του Ιωάννου, ο Ισαάκιος, επιχειρεί να στασιάση κατά του αυτοκράτορος αλλά αποτυγχάνει και εγκαταλείπει, αναγκαστικά, την Κωνσταντινούπολη αλλά και την βυζαντινή επικράτεια.
Το 1132 εκστρατεύει στην Παφλαγονία και κυριεύει την Κασταμονή από τους Δανισμενίδες, οι οποίοι, όμως, θα επανέλθουν την επόμενη χρονιά (1133) επανακαταλάμβοντας την πόλη.
Το 1133 ο Ιωάννης προσεγγίζει τον Γερμανό Βασιλιά Λοθάριο και, εν συνεχείαι, το 1137 τον διάδοχό του Κορράδο τον Γ', με σκοπό τον συνασπισμό των δύο αυτοκρατοριών κατά του Νορμανδού ηγεμόνος Ρογήρου του Β', ο οποίος συνιστούσε απειλή και για τα δύο κράτη, κυρίως όμως για τους βυζαντινούς. Ο λόγος ήταν η συνένωση της Νοτίου Ιταλίας και της Σικελίας σε ενιαίο βασίλειο υπό νορμανδική διοίκηση.
Την άνοιξη του 1137 ο Ιωάννης εκστρατεύει κατά της Μικράς Αρμενίας στην περιοχή της Κιλικίας. Έως το 1138 καταφέρνει να καταλύσει το εκεί αρμενικό κράτος και να συλλάβει αιχμάλωτο τον Αρμένιο ηγεμόνα του Ρουπέν.
Παράλληλα με τις πολεμικές επιχειρήσεις των βυζαντινών εναντίον του κράτους της Μικράς Αρμενίας, ο Ιωάννης τον Αύγουστο του 1137 ξεκινά την πολιορκία της Αντιοχείας. Υπό τον ασφυκτικό βυζαντινό πολιορκητικό κλοιό ο ηγεμόνας της Αντιοχείας Ραϋμούνδος υποχρεώνεται να δεχτεί την επικυριαρχία του βυζαντινού αυτοκράτορος και να ασκεί την διοίκηση εκ μέρους του.
Το 1138 ο Ιωάννης υπογράφει Συνθήκη Ειρήνης με τον Εμίρη του Σέσερ.
Την άνοιξη του 1142 εκστρατεύει, εκ νέου, προς ανατολάς. Την ίδια χρονιά έχει την ατυχία να πεθάνουν οι δύο μεγαλύτεροι γιοι του, ο πρωτότοκος Αλέξιος και ο δευτερότοκος Ανδρόνικος. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς καταλαμβάνει την Αττάλεια.
Το 1143, κατόπιν αρνήσεως των Αντιοχέων στην είσοδο του αυτοκράτορος στην πόλη τους, ο Ιωάννης στρατοπεδεύει στην Κιλικία για να προετοιμάσει την πολιορκία της πόλεως. Εκεί είναι που θα πεθάνει κατά την διάρκεια ενός κυνηγιού. Συγκεκριμένα θα πληγωθεί με δηλητηριασμένο βέλος. Προτού πεθάνει θα χρίσει ως διάδοχό του τον τεταρτότοκο του γιο Μανουήλ. Αποβίωσε στις οκτώ Απριλίου του 1143.
Ο Ιωάννης έλαβε μέτρα οικονομικής ανάπτυξης, περιόρισε τις σπατάλες και επέβαλλε πιο δίκαιη φορολογία. Διέθετε εξαίρετο χαρακτήρα ένεκα του οποίου ωνομάσθη Καλοϊωάννης. Ο Ιωάννης ο Β' θέλησε να αποκαταστήση το παλαιό γόητρο του Βυζαντίου. Προς τούτο κινήθηκε με μαεστρία, προκειμένου να αποφύγει την δημιουργία διπλού μετώπου, δηλαδή ταυτόχρονο πόλεμο σε Ανατολή και Δύση (γι' αυτό και οι συμφωνίες του με τους Γερμανούς βασιλείς και οι βήμα προς βήμα στρατιωτικές του κινήσεις, πότε στην Βαλκανική και πότε στην Μικρά Ασία και πάντοτε μεμονωμένα). Τέλος, να αναφέρουμε ότι πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε εκστρατείες.
Παράρτημα για το τέλος και χαρακτηρισμός του Ιωάννου Β' Κομνηνού (Νικήτας Χωνιάτης: "Χρονική Διήγησις")
"Τούτων δ᾿ οὑτωσὶ τελεσθέντων ὁ βασιλεὺς Ἰωάννης μεθ᾿ ἡμέρας τὸν βίον ἐκλέλοιπε, βασιλεύσας ἔτη τέσσαρα πρὸς τοῖς εἴκοσι καὶ μῆνας ὀκτώ, ἀνὴρ καὶ τὴν ἀρχὴν ἄριστα διῳκηκὼς καὶ θεῷ εὐαρέστως βεβιωκὼς καὶ τὰ πρὸς ἦθος οὐκ ἔκλυτος οὐδ᾿ ἀκόλαστος κἀπὶ ταῖς δωρεαῖς τε καὶ δαπάναις μεταδιώξας μεγαλοπρέπειαν· καὶ δηλοῦσιν αἵ τε διὰ χρυσίνων πρὸς τοὺς τῆς πόλεως οἰκήτορας συχναὶ διαδόσεις καὶ τῶν ναῶν ὁπόσους καλλίστους καὶ μεγίστους ἐκ βάθρων ἐδείματο. ἀλλὰ καὶ δόξης ἐραστὴς ὑπὲρ ἄλλον ἅπαντα γεγονὼς τοῦ καταλιπεῖν ἐν τοῖς ἔπειτα μέγιστον ἑαυτοῦ ὄνομα τὰ πάντα τιμώμενος ἦν. τοσοῦτον δὲ καὶ τῆς τῶν οἰκείων εὐσχημοσύνης καὶ τοῦ αἰδήμονος τρόπου ἐξείχετο, ὡς καὶ κουρὰν περιεργάζεσθαι τριχὸς καὶ τὸ τοῦ ποδὸς σκύτος περιαθρεῖν, εἰ κατὰ λόγον καὶ πρὸς τὸ τοῦ ὑποδουμένου σχῆμα ὑπέρραπται. ἀργολογίαν δὲ καὶ σαπρολογίαν τὴν ἐπὶ κοινῆς ἀκροάσεως καὶ τὸ ἐν ἱματισμοῖς καὶ διαίταις ἄσωτον ὅσα καὶ λύμην τινὰ βιοφθόρον τῶν ἀνακτόρων ἀπεσάρωσε καὶ τὸν ἐμβριθῆ χαρακτηρίζων σωφρονιστὴν καὶ μιμητὰς ἑαυτοῦ τοὺς ὑπὸ χεῖρα εἶναι γλιχόμενος πᾶσαν ἀρετῆς ἰδέαν μετιὼν οὐκ ἀνίει. οὐ μὴν ταῦτά γε πράττων χαρίτων ἀπείχετο καὶ δυσξύμβλητος ἦν καὶ δυσπρόσιτος καὶ στυγνὸς τὴν ὄψιν καὶ συννεφὴς τὴν ὀφρὺν καὶ ἀεί πως ὑποσκυζόμενος· ἑαυτὸν δ᾿ ἐν τῷ προδήλῳ πάσης πράξεως ἀρίστης πίνακα προτιθείς, ἄγων σχολὴν τῶν ἐκτὸς καὶ τὸ περιορᾶσθαι ὑπὸ πλείστων ὅσα καὶ κώδωνα φλύαρον καὶ λάλον ἀποτρεπόμενος, καὶ κομψείαν σεμνὴν εἰσῳκίζετο καὶ τὸν εὐτράπελον οὐ παρέτρεχεν, οὐδ᾿ ἐπεῖχεν ἐπίπαν καὶ ἦγχε τὸν γέλωτα. ὀλίγα οὖν τοῦ ἐς ἄκρον ἀποσφαλεὶς ἐγκρατοῦς τε καὶ ἀσφαλοῦς καὶ τῶν πρὸς ἐντελῆ ἀκρίβειαν βραχέα διεκπεσὼν καὶ μηδένα διὰ ξυμπάσης αὐτῷ τῆς ἀρχῆς ἢ ψυχῆς στερήσας ἢ ἐς τὸ σῶμα ὁσονοῦν λυμηνάμενος ἐπαινετὸς ἐς δεῦρο παρὰ πᾶσι λελόγισται καὶ κορωνὶς ὡς εἰπεῖν τῶν ὅσοι Ῥωμαίων ἐκ τοῦ τῶν Κομνηνῶν γένους ὑπερεκάθισαν, ἵνα μὴ λέγοιμι ὡς καὶ πολλοῖς τῶν ἀνόπιν ἀρίστων τοῖς μὲν ἡμιλλήσατο, τοὺς δὲ καὶ παρήνεγκεν."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου