Σχόλιο istorias-alitheia: Στον παρόν παρουσιάζουμε την επίσημη άποψη της Εκκλησίας για τον βίο και τη δολοφονία της Υπατίας.
Η Υπατία, η μεγάλη φιλόσοφος και μαθηματικός της
πρώιμης Βυζαντινής περιόδου (4ος~5ος αιώνας μ.Χ.),
στην ταινία παρουσιάζεται ως «μάρτυρας» της «πατρώας θρησκείας», που
δολοφονήθηκε άγρια από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Πρωτεργάτη δε της δολοφονίας
θεωρούν τον τότε Επίσκοπο Αλεξάνδρειας άγιο Κύριλλο. Στο σημείο αυτό θα πρέπει
καταρχήν να θέσουμε το ερώτημα: Ποια ήταν αυτή η «πατρώα θρησκεία»; Ήταν
μήπως η μινωική λατρεία στη μεγάλη μητέρα θεά; Ήταν η ορφική και μυκηναϊκή
λατρεία; Μήπως ήταν η λατρεία του Δωδεκαθέου; Ή μήπως αναφέρονται
στον θρησκευτικό συγκρητισμό -στον απίθανο θρησκευτικό «αχταρμά»-
που επικράτησε στις ελληνικές χώρες από τους ελληνιστικούς χρόνους και έφτασε
στο θλιβερό του απόγειο στους χρόνους της ρωμαϊκής κυριαρχίας; «Μάρτυρας»
ποιας «πατρώας θρησκείας» ήταν λοιπόν η Υπατία;
Είναι αλήθεια ότι η Υπατία δολοφονήθηκε από κάποιους
χριστιανούς στην πίστη αλλά, όπως αποδείχτηκε, όχι στο φρόνημα. Το γεγονός
αυτό όμως αποτελεί την καλή και αναγκαία συνθήκη για να κατηγορηθεί συλλήβδην η
Ορθοδοξία;
Μπορεί το συμβάν αυτό να επιτρέπει να
βλασφημείται η Ορθοδοξία; Με την ίδια λογική θα όφειλαν να κατηγορήσουν, εκείνοι
που φέρνουν την ιστορία στα μέτρα τους, και την περίφημη αθηναϊκή δημοκρατία
για την καταδίκη σε θάνατο του μεγάλου Σωκράτη. Δεν το πράττουν όμως. Εξιδανικεύουν
μια κατάσταση, παρουσιάζοντας την αρχαία Ελλάδα ως τον απόλυτο παράδεισο, όπου
επικρατούσε η ισονομία, η ισοπολιτεία, η λογική. αντίθετα, καταδικάζουν
την υπερχιλιετή βυζαντινή αυτοκρατορία, θεωρώντας την ως το απόγειο της
θρησκοληψίας και του σκοταδισμού.
Αρνούνται δε την ιστορική συνέχεια του Ελληνισμού
δίνοντας ερείσματα σε ανθελληνικούς κύκλους να οργιάζουν κατά της πατρίδας
μας, ειδικά στους κρίσιμους αυτούς καιρούς.
Στο παρόν ταπεινό πόνημα θα επιχειρήσουμε να
παρουσιάσουμε μερικά πραγματικά δεδομένα για τη ζωή, το έργο και κυρίως για
τον θάνατο της Υπατίας. Βασικός οδηγός μας θα είναι ένας άνθρωπος που έζησε την
ίδια ακριβώς εποχή με την Υπατία, ο ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός, του
οποίου η ιστορική αξιοπιστία δεν μπορεί να αμφισβητηθεί και από τον πλέον κακόβουλο.
Ποια ήταν η Υπατία
Η Υπατία υπήρξε σημαντική μορφή των Γραμμάτων στα τέλη
του 4ου και στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. Γεννήθηκε
μάλλον το 370 (άλλες πηγές αναφέρουν το 355-360). Η Υπατία ήταν μαθηματικός και
νεοπλατωνική φιλόσοφος, βαθιά επηρεασμένη από τον νεοπλατωνικό φιλόσοφο
Πλωτίνο. Ήταν κόρη του μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα από την Αλεξάνδρεια,
όπου γεννήθηκε, δίδαξε αλλά και δολοφονήθηκε το 415 μ.Χ., σε ηλικία 45 ή 60
ετών. Το ερώτημα σχετικά με την ακριβή της ηλικία είναι το πρώτο που διχάζει
τους ερευνητές. Το λεξικό Σούδα αναφέρει ότι «ήκμασεν επί της βασιλείας
Αρκαδίου» (395-408).
Ο Ιωάννης Μαλάλας (491-578) από την άλλη αναφέρει ότι
η Υπατία όταν δολοφονήθηκε «ην δε παλαιά γυνή», δηλαδή ήταν ηλικιωμένη.
Βασιζόμενοι στον Μαλάλα, ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η φιλόσοφος
γεννήθηκε γύρω στο 355 και ήταν περίπου 60 ετών όταν δολοφονήθηκε. Αναφορικά
δε με το επιχείρημα ότι ήκμασε κατά την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορα
Αρκαδίου, πρέπει να αναφερθεί ότι ο Αρκάδιος έλαβε επίσημα τον τίτλο του
Αυγούστου το 383 και όχι το 395, έτος που πέθανε ο πατέρας του, ο Μέγας Θεοδόσιος.
Βασική πηγή για την όλη βιοτή της Υπατίας αποτελούν τα
σωζόμενα κείμενα ενός από τους καλύτερους και πλέον αγαπημένους μαθητές της,
του μετέπειτα Επισκόπου Κυρήνης Συνεσίου. Η Πολωνή ιστορικός Μαρία Ντζιέλσκα,
του Πανεπιστημίου της Κρακοβίας -η συγγραφέας μιας συγχρόνου βιογραφίας της
Υπατίας- αναφέρει σχετικά με την Υπατία και τον μαθητή της Συνέσιο:
«Αν και το έτος της γέννησης του Συνεσίου, το 370 μ.Χ., είναι υπό αμφισβήτηση,
η περίοδος των σπουδών του με την Υπατία -η δεκαετία του 390- είναι απολύτως
τεκμηριωμένη. Η βυζαντινολόγος Άβεριλ Κάμερον ομοίως πιστεύει ότι το έτος
γέννησης του Συνεσίου βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο 368 και στο 370. Δεν υπάρχει
λοιπόν αμφιβολία ότι (ο Συνέσιος) πρέπει να μαθήτευσε κοντά σε κάποιον όχι της
ηλικίας του, αλλά αρκετά μεγαλύτερο. Ο πλήρης σεβασμού τρόπος με τον οποίο
απευθύνεται στη δασκάλα του δεν συμφωνεί με την εικόνα μιας εικοσάχρονης
κοπέλας. Είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι σε μια τέτοια ηλικία θα μπορούσε η
Υπατία να διακριθεί ως μοναδική αυθεντία στα μαθηματικά, στην αστρονομία και
στη φιλοσοφία».
Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι οι γνώσεις μας για τη
ζωή και τον θάνατο της Υπατίας προέρχονται από χριστιανούς ιστορικούς συγγραφείς.
Μόνον ένας εθνικός, ο Δαμάσκιος, έγραψε για αυτήν 114 χρόνια μετά τον
θάνατό της, αναφερόμενος μάλιστα περιφρονητικά στο έργο της!
Σύμφωνα με το λεξικό Σούδα, η Υπατία έγραψε σχόλια
στην Αριθμητική του Διοφάντη του Αλεξανδρέως, στα Κωνικά του Απολλώνιου από
την Πέργη και στον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου Κλαυδίου. Τα έργα της
χάθηκαν αλλά οι τίτλοι τους, σε συνδυασμό με τις επιστολές του μαθητή της
Συνέσιου, αποδεικνύουν την ενασχόλησή της με τις θετικές επιστήμες. Η αίσθηση αφοσίωσης
προς τη δασκάλα τους ήταν τόσο βαθιά ώστε ο Συνέσιος ήταν πρόθυμος να
εγκαταλείψει την πατρική του γη για χάρη της. Αυτός ο στενός κύκλος μαθητών, μέσα
στον οποίο προτιμούσαν να αποκαλούνται Εταίροι, είχε βαθύτατους δεσμούς.
Η Υπατία πάντως δεν άφησε πίσω της συγγραφικό έργο. Δίδασκε στο σπίτι της,
αλλά έδινε επίσης διαλέξεις στο ευρύτερο κοινό με θέμα πάντα τη φιλοσοφία του
Πλάτωνα και του Αριστοτέλη ή σχολίαζε το έργο ορισμένων σημαντικών μαθηματικών
και αστρονόμων.
Με την Υπατία άρχισαν να ασχολούνται οι Ευρωπαίοι την
εποχή του διαφωτισμού.
Αρκετοί διαφωτιστές, από τα τέλη του 18ου
αιώνα χρησιμοποίησαν την ιστορία της Υπατίας ως όπλο κατά της (Δυτικής) Εκκλησίας.
Η πλασματική αυτή εικόνα της Υπατίας δεν είχε φυσικά σχέση με την ιστορική
πραγματικότητα. Τροφοδότησε όμως τον αντιχριστιανισμό, έχοντας ως στόχο την
αποκοπή της ευρωπαϊκής κοινωνίας από τις χριστιανικές της ρίζες. Και το πέτυχαν
εν πολλοίς. Έτσι, η Υπατία παρουσιάστηκε ακόμη και ως η πρώτη φεμινίστρια.
Από τότε δε η Υπατία προβλήθηκε ως μια νέα, ωραία και ιδιαιτέρως
καλλιεργημένη γυναίκα που δολοφονήθηκε από τους σκοταδιστές του χριστιανικού
κλήρου, για τους παραπάνω λόγους.
Η πραγματικότητα όμως είναι άλλη. Ακόμα και αν
δεχτούμε ότι η Υπατία ήταν 45 ετών όταν δολοφονήθηκε, σίγουρα δεν θα
αποτελούσε, ειδικά για την εποχή εκείνη, πρότυπο κάλλους. Όπως σημειώνει ο καθηγητής
Στυλιανός Παπαδόπουλος, αν και η μυθιστορία «θέλει νέα και θελκτική την
Υπατία», στην πραγματικότητα εκείνη «ήταν τότε 60 (ή έστω 45) ετών και ζούσε
λιτά, σχεδόν ασκητικά», έχοντας μάλιστα «αρνηθεί τη θηλυκότητά της ως εμπόδιο
στην πνευματική της εργασία».
Η σωφροσύνη της Υπατίας εκδηλωνόταν με την πλήρη
σεξουαλική της αποχή, την περίφημη αρετή που ενίσχυε τη φήμη της για αγνότητα
την οποία διέδιδαν παντού οι μαθητές της. Έμεινε παρθένος μέχρι το τέλος της
ζωής της. Η Υπατία ήταν υπέρμαχος του ασκητισμού όσο και οι δογματικοί
χριστιανοί τους οποίους οι διαφωτιστές κατηγορούσαν και κατηγορούν ως εχθρούς
της αλήθειας και της προόδου. Γράφει η Μαρία Ντζιέλσκα σχετικά με την Υπατία
και τους διαφωτιστές: «Αν είχαν μελετήσει
τις αρχαίες πηγές με μεγαλύτερη προσοχή, θα είχαν διακρίνει μια πολύ πιο
περίπλοκη προσωπικότητα».
Αν και ο Βολταίρος εκμεταλλεύτηκε το πρόσωπο
της Υπατίας για να εκφράσει την αποστροφή του προς τη θρησκεία, παρουσιάζοντας
την Υπατία ως «θύμα των προλήψεων και της άγνοιας», η ίδια η Υπατία αναζητούσε
εναγωνίως σε όλη της τη ζωή το θείο. Εξάλλου, όπως γίνεται φανερό από τις πηγές,
οι χριστιανοί την εκτιμούσαν και για το ήθος της, ειδικά στο ζήτημα της παρθενίας,
ταυτίζοντάς την σε πολλές περιπτώσεις και με χριστιανές αγίες, όπως την αγία
Αικατερίνη. Άλλωστε, η Υπατία ανήκε στον στενό κύκλο του έπαρχου της
Αιγύπτου Ορέστη, ο οποίος επίσης ήταν χριστιανός και εκπρόσωπος
ενός χριστιανικού, πλέον, κράτους.
Γιατί δολοφονήθηκε η Υπατία;
Η Αλεξάνδρεια υπήρξε ανέκαθεν μια πόλη όπου στάσεις
και εξεγέρσεις συνέβαιναν εξαιρετικά συχνά. Το γεγονός αυτό οφειλόταν και στην
εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού της. Η Αλεξάνδρεια της εποχής ήταν μια
κοσμοπολίτικη μεγαλούπολη, όπου ζούσαν μαζί χριστιανοί, εθνικοί και Ιουδαίοι.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η εκλογή του Κυρίλλου στον επισκοπικό θρόνο της Αλεξάνδρειας,
το 412 μ.Χ., προκάλεσε δυσφορία στην πολιτική εξουσία της πόλης, στον έπαρχο
Ορέστη -χριστιανός και αυτός- που όμως επιθυμούσε την τοποθέτηση του
πειθήνιου Τιμοθέου στον επισκοπικό θρόνο. Ο Κύριλλος ήταν άνθρωπος με ευρεία
μόρφωση, αλλά και με πολύ ισχυρό χαρακτήρα. Το ίδιο όμως ήταν και ο Ορέστης.
Έτσι, γρήγορα η κοσμική και θρησκευτική ηγεσία της πόλης ήρθαν σε σύγκρουση.
Ο Ορέστης, ως εκπρόσωπος της αυτοκρατορικής εξουσίας στην Αλεξάνδρεια, δεν
μπορούσε να δεχτεί ότι ο επίσκοπος είχε δικαιοδοσίες. Ιδιαίτερα δεν ανεχόταν
την κριτική του Κυρίλλου για την άρχουσα τάξη. Ο Κύριλλος έλεγχε την κοινωνική
ανισότητα και καυτηρίαζε την αναλγησία των πλουσίων.
Η σύγκρουση αυτή ανάμεσα στα δύο κέντρα εξουσίας και
επιρροής της Αλεξάνδρειας, τον έπαρχο Ορέστη και τον αγαπητό σε μεγάλη μερίδα
του λαού Κύριλλο, καθορίστηκε κατά ένα μεγάλο μέρος από τις διαμάχες ανάμεσα
στους Ιουδαίους και τους χριστιανούς. Ο Ορέστης φαίνεται να υποστήριζε το
πολυάριθμο εβραϊκό στοιχείο της πόλης και έτσι εύκολα αποδέχτηκε
ανεπιβεβαίωτες καταγγελίες των Ιουδαίων ότι ο Ιέρακας -έμπιστος του
Κύριλλου- είχε την πρόθεση να προκαλέσει αντιεβραϊκή στάση. Ο Ορέστης τον
συνέλαβε και τον μαστίγωσε. Σε απάντηση ο Κύριλλος κάλεσε τους επικεφαλής της
ιουδαϊκής κοινότητας και τους ζήτησε να σταματήσουν τις προκλήσεις. Εκείνοι
όμως αντέδρασαν και, ενθαρρυμένοι από την υποστήριξη του Ορέστη αλλά και τη
δυσαρέσκειά του κατά του επισκόπου, αποφάσισαν να κτυπήσουν. Άφησαν να
διαδοθεί η φήμη ότι καιγόταν ο ναός του Αγίου Αλεξάνδρου, και όταν οι
χριστιανοί πήγαν στην εκκλησία για να σβήσουν τη φωτιά, οι Ιουδαίοι τούς επιτέθηκαν
ενόπλως και σκότωσαν πολλούς, όπως αναφέρει ο χρονικογράφος Θεοφάνης.
Ο Κύριλλος στο μεταξύ, εξοργισμένος από τη σφαγή,
πήγε στο σημείο της σύγκρουσης και σταμάτησε τη σφαγή. Μάλιστα, για να
τιμωρήσει τους Ιουδαίους έδιωξε πολλούς από τους μετέχοντες στη σφαγή από την
πόλη, λειτουργώντας βάσει νομικά τεκμηριωμένων προνομίων που του έδινε η
πολιτεία. Εύκολα γίνεται κατανοητό ότι τα επεισόδια αυτά προκάλεσαν γενικό
ξεσηκωμό των χριστιανών της πόλης, μεταξύ των οποίων υπήρχαν και κακοποιό στοιχεία
που προέβησαν σε λεηλασίες ιουδαϊκών περιουσιών. Αυτή η υπέρβαση εξουσίας από
τον Κύριλλο, σύμφωνα με την άποψη του έπαρχου τουλάχιστον, ξεχείλισε το ποτήρι
της οργής του Ορέστη. Ο επίσκοπος είχε υπερβεί τα εσκαμμένα, είχε υπερκεράσει
την πολιτική εξουσία, άσχετα αν το έπραξε για να προστατεύσει το ποίμνιό του.
Εν μέσω της εκρηκτικής αυτής κατάστασης, ο Κύριλλος επιχείρησε, προς τιμή του,
να έρθει σε συνεννόηση με τον έπαρχο. Ο Ορέστης όμως, ισχυρογνώμων όπως ήταν,
είχε αποφασίσει να τελειώνει οριστικά με τον ανυπάκουο επίσκοπο. Τότε επενέβη
στη σύγκρουση μια ομάδα μοναχών, οι οποίοι άρχισαν να λιθοβολούν το πραιτώριο, κατηγορώντας,
άδικα τον Ορέστη, για ειδωλολάτρη -κατηγορία που σήμερα εκμεταλλεύονται οι
νεοπαγανιστές- εμμένοντας στην άποψη ότι ο Ορέστης δεν ήταν χριστιανός. Μια
από τις πέτρες χτύπησε τον έπαρχο στο κεφάλι. Αμέσως επενέβη ομάδα μετριοπαθών
χριστιανών και διέλυσε τους μοναχούς, αλλά και η φρουρά του έπαρχου, οι άνδρες
της οποίας συνέλαβαν τον μοναχό που έριξε την πέτρα. Ο μοναχός βασανίστηκε και
πέθανε. Όλα αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν αγεφύρωτο χάσμα στις σχέσεις των δύο
ανδρών. Και εδώ υπεισέρχεται η Υπατία.
Η Υπατία διατηρούσε καλές σχέσεις με τον Ορέστη και
συχνά έδινε διαλέξεις στο πραιτώριο. Άρχισε λοιπόν να διαδίδεται από μερίδα
των χριστιανών ότι βασικό ρόλο στην αδιαλλαξία του Ορέστη να συμφιλιωθεί με
τον Κύριλλο έπαιζε η Υπατία. Όσο όμως συνεχιζόταν η αδιαλλαξία αυτή, είχε
μεγάλες επιπτώσεις στον χριστιανικό πληθυσμό, διότι συνοδευόταν και από την
υποστήριξη του Ορέστη προς την εβραϊκή κοινότητα, η οποία προκαλούσε διαρκώς
τους χριστιανούς. Ας καταφύγουμε στη βασική μας πηγή, τον Σωκράτη
Σχολαστικό: «Περνούσε (η Υπατία)
πολλές ώρες μαζί με τον Ορέστη και αυτό προκάλεσε συκοφαντίες ότι εκείνη ήταν η
αιτία που εμπόδιζε τον Ορέστη να δημιουργήσει φιλικές σχέσεις με τον επίσκοπο».
Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν ορισμένοι από αυτούς
που τη μισούσαν, τους οποίους κατηύθυνε κάποιος Πέτρος. «Την παρακολούθησαν λοιπόν όταν επέστρεφε από κάπου, την τράβηξαν έξω
από την άμαξά της και την έσυραν στην εκκλησία που ονομαζόταν Καισάρειον.
Έσκισαν τα φορέματά της και μετά τη σκότωσαν με θραύσματα κεραμικών».
Η Υπατία λοιπόν έπεσε θύμα, όχι των θρησκευτικών της πεποιθήσεων, αλλά της
κοινωνικής της τάξης και θέσης. Άλλωστε η ίδια, όπως τεκμηριώνεται από τις
επιστολές του μαθητή της Συνέσιου, Επισκόπου Κυρήνης, ήταν ευνοϊκά διακείμενη
έναντι του Χριστιανισμού και μάλιστα σκεφτόταν να γίνει χριστιανή. Λέγεται πως
του είχε γράψει κάποτε «ποθώ γαρ χριστιανή αποθανείν»
(π. Γ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ειρηνισμός ή Ελληνορθοδοξία, εκδ. Αρμός 2003).
Ποιος ευθύνεται για τη δολοφονία
Η Υπατία είναι αναμφισβήτητο ότι δολοφονήθηκε, άγρια
μάλιστα, από ομάδα χριστιανών, με επικεφαλής τον Πέτρο τον αναγνώστη.
Δολοφονήθηκε όμως κατ’ εντολή της επίσημης Εκκλησίας, όπως αυτή εκπροσωπείτο
από τον Κύριλλο; Στο ερώτημα αυτό κατά καιρούς έχουν δοθεί πολλές απαντήσεις.
Ο καθ' όλα και από όλους ομολογούμενος αξιόπιστος σύγχρονος της Υπατίας, ο
ιστορικός Σωκράτης, ουδέποτε κατηγόρησε τον Κύριλλο για τη δολοφονία της
Υπατίας, αποδίδοντάς την στον φανατισμό του όχλου. Ο μόνος ιστορικός που
ευθέως κατηγόρησε τον Κύριλλο ήταν ο Δαμάσκιος. Ο Δαμάσκιος ήταν
σχολάρχης της Νεοπλατωνικής Ακαδημίας της Αθήνας, τον 6ο αι., ενός
ιδρύματος που σκόπιμα ταυτίζεται από τους νεοπαγανιστές με την Ακαδημία του
Πλάτωνος. Το 529 ο Ιουστιανιανός δεν έκλεισε την Ακαδημία αυτή, αλλά σταμάτησε να τη
χρηματοδοτεί.
Ο Δαμάσκιος κήρυξε τότε ανοικτό πόλεμο στον
χριστιανισμό και άρχισε τη συγγραφή. Αυτός λοιπόν ο σαφώς προκατειλημμένος
συγγραφέας είναι ο μόνος που κατηγορεί τον Κύριλλο ως οργανωτή της δολοφονίας
της Υπατίας. Ο Γάλλος ιστορικός Πιέρ ΣουΒέν, διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου
Ανατολικών Σπουδών σημειώνει:
«Σύμφωνα με τον Δαμάσκιο, που γράφει στις αρχές του 6ου
αι., ο επίσκοπος (Κύριλλος), περνώντας μπροστά από το σπίτι της Υπατίας και
βλέποντας το πλήθος που συνωστιζόταν, ανακάλυψε τυχαία τη δημοτικότητα της
φιλοσόφου. Η εκδοχή αυτή ενοχοποιεί άμεσα τον επίσκοπο και παρουσιάζει το φόνο
ως μια σαφή έκφραση της έχθρας ανάμεσα στον χριστιανισμό και την εθνική
φιλοσοφία. Βέβαια, είναι μάλλον απίθανο ο Κύριλλος, που χειροτονήθηκε επίσκοπος
τον Οκτώβριο του 412, να πληροφορήθηκε τη δημοτικότητα της Υπατίας τον Μάρτιο
του 415. Η Υπατία ήταν διάσημη εδώ και μία -αν όχι δύο- δεκαετίες. Για τον
ιστορικό λοιπόν πολύ πειστικότερος από τον Δαμάσκιο είναι ο Σωκράτης».
Επιπλέον, ο καθηγητής φιλοσοφίας του πανεπιστημίου του
Τορόντο Τζ. Ριστ σημειώνει ότι δεν υπάρχει τίποτα στην επισκοπική πορεία του
Κύριλλου που να αφήνει να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να οργανώσει μια δολοφονία
από καθαρό φθόνο για την αυξημένη δημοτικότητα κάποιου. Ο καθηγητής Στ.
Παπαδόπουλος αναφέρει επίσης ότι καμία ιστορική πηγή δεν αποδίδει άμεσα
ευθύνη στον Κύριλλο.
Ο καθηγητής του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου Τζ.
Ρόμπερτσον αναφέρει επίσης πως η άποψη ότι ο Κύριλλος είχε οποιαδήποτε
συμμετοχή σε αυτή τη θηριωδία, δείχνει να αποτελεί μια αστήρικτη συκοφαντία.
Ο χρονικογράφος του 6ου αι. Ιωάννης
Μαλάλας πάντως αναφέρει ότι ο αλεξανδρινός όχλος είχε αποθρασυνθεί από τα
συμβαίνοντα. Όπως γράφει ο Β. Μπράιτ, αν δεν είχε γίνει η επίθεση κατά των
Εβραίων, δεν θα είχε γίνει και ο φόνος της Υπατίας, χωρίς όμως να θεωρεί ότι ο
Κύριλλος ήταν συμμέτοχος στη φρικτή αυτή πράξη. Επιπλέον, ο αρειανιστής Φιλοστόργιος,
επίσης σύγχρονος της Υπατίας, ενώ καταγγέλλει τους Ορθοδόξους γενικά, εντούτοις
δεν κατονομάζει τον δογματικό του αντίπαλο Κύριλλο ως υπεύθυνο για τα γεγονότα,
κάτι που θα είχε λογική βάση.
Ο Ελβετός ιστορικός Φίλιπ Σαφ επίσης θεωρεί ότι τα στοιχεία
δεν επαρκούν ώστε να υπάρξουν ισχυρισμοί περί άμεσης ευθύνης του Κύριλλου. Το
γεγονός πάντως, στερείται κάθε ουσιαστικής αποδείξεως που να συνδέει τον άγιο
Κύριλλο άμεσα με το επεισόδιο, γράφει ο Γεώργιος Φλορόφσκι και ο Τζ.
Ριστ συμφωνεί: «Δεν φαίνεται να υπάρχει
λόγος να εμπλακεί ο Κύριλλος στο φόνο αυτόν καθαυτόν».
Σύμφωνα με τον Στ. Παπαδόπουλο, η ευθύνη του
Κύριλλου, «αν υπάρχει, πρέπει να
περιορισθεί στο ότι δεν κατόρθωσε ν' απομονώσει ή ν’ αποθαρρύνει τους φανατικούς
χριστιανούς». Για τον καθηγητή Παν. Χρήστου, «είναι φανερό ότι ο Κύριλλος δεν είχε καμία ανάμειξη εις το επεισόδιο,
διότι, αν συνέβαινε κάτι παρόμοιο, και ο Σωκράτης θα το ανέφερε ρητώς και οι
μετέπειτα αντίπαλοί του Νεστοριανοί δεν θα παρέλειπαν να το χρησιμοποιήσουν ως
όπλον εναντίον του».
Σημαντική παράμετρος για το γεγονός ότι ο Σωκράτης
δεν κατονομάζει τον Κύριλλο ως υπεύθυνο για τον θάνατο της Υπατίας, θα πρέπει
να θεωρηθεί ότι ο εκκλησιαστικός ιστορικός βρισκόταν στην ασφάλεια της
Κωνσταντινούπολης, οπότε δεν θα είχε ενδοιασμούς να το κάνει αν ήταν αλήθεια,
και επιπλέον, ως φίλα προσκείμενος στους αιρετικούς Νοβατιανούς, τους οποίους
δίωξε ο Κύριλλος, θα είχε έναν λόγο ακόμη να μην αποκρύψει τυχόν άμεση εμπλοκή
του Κύριλλου.
Δεν θα μπορούσε λοιπόν ο Κύριλλος να έχει πραγματικά
συμφέροντα από τη δολοφονία της Υπατίας. Εκείνη δεν ήταν υπέρμαχος της αρχαίας
λατρείας και δεν του εναντιωνόταν. Μάλιστα, είχε πολλούς χριστιανούς μαθητές,
όπως ήταν και ο επίσκοπος Συνέσιος ο Κυρηναίος. Λέγεται ότι ήταν πολιτική
σύμβουλος του έπαρχου Ορέστη, πράγμα που θα μπορούσε να προκαλέσει μίσος εκ μέρους
του Κυρίλλου. Όμως εκείνος δεν θα πετύχαινε τίποτε με τον θάνατό της, παρά μόνο
να διαταράξει ακόμα περισσότερο τις σχέσεις του με τον Ορέστη.
Η Υπατία δολοφονήθηκε από κάποιους φανατισμένους Αλεξανδρινούς οι οποίοι τη θεωρούσαν υπεύθυνη για την αντιπαλότητα μεταξύ Κυρίλλου και Ορέστη. Ο Σωκράτης βέβαια αναφέρει ότι η δολοφονία αποτελεί ψόγο για τον Κύριλλο, όχι όμως γιατί τον θεωρεί υπεύθυνο για το φόνο, αλλά γιατί θεωρεί ότι ο Κύριλλος ντροπιάστηκε από την εγκληματική συμπεριφορά κάποιων από το ποίμνιό του.
Π. Παντελεήμων Δ. Καρύκας
http://www.egolpion.com