Το τελευταίο τέταρτο του 4ου μ.Χ αιώνος προκύπτει το
Γοτθικό ζήτημα με την κάθοδο των Γότθων στην Βαλκανική υπό την πίεση των Ούννων
που κατέφθασαν από την Κεντρική Ασία. Οι Γότθοι, οι οποίοι κυριαρχούσαν στην
Βαλτική κατά τον 3ο μ.Χ αιώνα, μετακινούνται νοτιότερα προς τις ακτές του
Ευξείνου Πόντου. Από εκεί επεδράμουν κατά του ρωμαϊκού κράτους στην Βαλκανική
και την Μικρά Ασία. Μία από αυτές τις επιδρομές ήταν και κατά των Αθηνών,
Κορίνθου και Πελοποννήσου περί το 267 μ.Χ από ένα συγγενές φύλο, τους Έρουλους
(με κοιτίδα πιθανώς την Σκανδιναυία). Προς τα τέλη του 3ου ξεκινά ο
εκχριστιανισμός των. Είναι χαρακτηριστικό ότι στέλνουν αντιπρόσωπο τους στην Α’
Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας το 325. Κατά τον 4ο αιώνα τους εκχριστιανίζει
συστηματικά ο Επίσκοπος Ουλφίλας, ο οποίος, όμως, ανήκε στο Δόγμα του Αρείου.
Τους έφτιαξε, μάλιστα, και αλφάβητο. Κατά συνέπεια οι Γότθοι γίνονται
Χριστιανοί υπό το αρειανικό δόγμα.
Επί εποχής Βάλεντος (363-378), ο οποίος ήτο αυτοκράτωρ στο
Ανατολικό κομμάτι του ρωμαϊκού κράτους, παίρνουν άδεια και εγκαθίστανται,
κυρίως, στην Βόρειο Βαλκανική και συγκεκριμένα στη Θράκη, και δευτερευόντος
στην Μικρά Ασία. Πρόκειται για τον γοτθικό κλάδο των Βησιγότθων. Ο άλλος
κλάδος, οι Οστρογότθοι (ανατολικοί Γότθοι) έγιναν υποτελείς των Ούννων και
επέδραμαν μαζί τους (όπως αργότερα συνέβη με τους Σλάβους που ήταν αρχικά υπό
την εξουσία των Αβάρων κατά τον 6ο αιώνα, οι γνωστοί αβαροσλάβοι). Το
διαχωριστικό σημείο των δύο αυτών κλάδων ήταν ο ποταμός Δνείστερος. Οι γοτθικές
ονομασίες των ήταν Γκρεοτούνγκοι και Θερβίγγοι. Οι ρωμαϊκές ακόμη αρχές
θεώρησαν την παρουσία τους ευεργετική ώστε να αποτελέσουν, αφ’ ενός μεν
εργατικά χέρια για την γη, αφ’ ετέρου να στρατολογηθούν για να ενισχύσουν τον
ρωμαϊκό στρατό. Ο αριθμός τους υπολογίζεται ότι ήταν σημαντικός καθώς ορισμένοι
τους ανέβαζαν σε 400 με 500 χιλιάδες, αν και θεωρούνται υπερβολικοί αριθμοί.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Αμμιανός Μαρκελλίνος (Έλλην ιστορικός περί τα τέλη
του 4ου μ.Χ που συνέγραψε στην Λατινική) ανέφερε ότι ήταν τόσοι πολλοί όσο οι
κόκκοι της άμμου ενώ τους αποκαλεί θηρία.
Να διευκρινήσουμε ότι ήδη από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου
(324-337) χρησιμοποιούντο οι Γότθοι ως “Φοιδεράτοι” που συνέδραμαν τον ρωμαϊκο
στρατό. Ο Κωνσταντίνος τους είχε χρησιμοποιήσει επανειλημμένως. Η διαφορά,
τώρα, είναι πως εγκαθίστανται επί ρωμαϊκού εδάφους ως ρωμαίοι υπήκοοι. Λίγα έτη
μετά την είσοδό των στην ρωμαϊκή επικράτεια εξεγείρονται κατά των Ρωμαίων με
αφορμή κάποιες καταχρήσεις των τοπικών κρατικών αξιωματούχων στην Θράκη
αναφορικά με τα χρήματα που τους δίδονταν. Το 378 μ.Χ στην Μάχη της
Αδριανουπόλεως ο αυτοκράτωρ του ανατολικού Βάλης σκοτώνεται και οι Γότθοι
συντρίβουν τον ρωμαϊκό στρατό.
Λίγο αργότερα, ο Θεοδόσιος τους νικά, έχοντας ως κύρια
υποστήριξη πιστούς σε αυτόν Γότθους. Προτιμά, όμως, να συνδιαλλαγεί και αυτός
μαζί τους. Έτσι τους χρήζει, εκ νέου Φοιδεράτους, τους δίνει γη και υψηλά
αξιώματα στον ρωμαϊκό στρατό. Το αποτέλεσμα είναι εντός ολίγων ετών ο ρωμαϊκός
στρατός να αποτελείται, κυρίως, από Γότθους, οι οποίοι, παράλληλα, έγιναν
κοινωνοί της ρωμαϊκής πολεμικής τακτικής. Επρόκειτο, ασφαλώς, για τεράστια
αφέλεια του Θεοδοσίου ο οποίος πίστευε, ανοήτως, ότι θα τους εκπολιτίσει και θα
τους αφομοιώσει, την οποία και θα πλήρωνε ακριβά σε αίμα μετά τον θάνατό του, τόσο
το Ανατολικό όσο και το Δυτικό ρωμαϊκό κράτος. Παράλληλα, επειδή οι Γότθοι ήταν
Χριστιανοί-Άρειοι, προχώρησε σε θρησκευτικές παραχωρήσεις έως και αλλαγή
κάποιων σημείων του χριστιανικού δόγματος προκειμένου να τους ικανοποιήσει
ένεκα της πολύ μεγάλης επιρροής που είχαν αποκτήσει.
Μετά τον θάνατο του Θεοδοσίου το 395 λαμβάνει χώρα ο
οριστικός χωρισμός του ρωμαϊκού κράτους σε Ανατολικό και Δυτικό. Στο ανατολικό
αυτοκράτωρ ήταν ο Αρκάδιος, ένας αδύναμος χαρακτήρ, υποχείριο επιτρόπων όπως ο
Ρουφίνος και ο Ευτρόπιος. Την εποχή εκείνοι, οι Βησιγότθοι, οι οποίοι, όπως
είδαμε είχαν αποκτήσει τεράστια ερείσματα στο κράτος, ευτύχησαν να έχουν ως
αρχηγό τον Αλάριχο, ο οποίος προέβη σε εκτεταμένες επιδρομές και καταστροφές
στην Νότιο Ελλάδα. Για να τον κατευνάσει ο Αρκάδιος (τηι προτροπήι των
συμβούλων του και κυρίως του Ρουφίνου) τον διόρισε Στρατιωτικό Διοικητή του
Ιλλυρικού (Magister Militum per Illyricum).
Όμως ο αριθμός των Γότθων ήταν πολύ μεγάλος στην
Κωνσταντινούπολη. Την ίδια περίοδο και λίγο μετά δημιουργήθηκαν τρεις πολιτικές
μερίδες. Η Γοτθική που ήταν και η ισχυρότερη, η μερίδα του Ευτροπίου, διαδόχου
του Ρουφίνου και το Εθνικό κόμμα υπό τον Αυρηλιανό, ο οποίος ήταν υπέρ της
απομακρύνσεως των Γότθων από την αυτοκρατορία. Μαζί τους συνετάχθη ο τότε Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Χρυσόστομος διότι οι Γότθοι ήταν αιρετικοί. Ο ίδιος,
μάλιστα, τους αρνήθηκε να χρησιμοποιήσουν μία από τις εκκλησίες της
Κωνσταντινουπόλεως ως χώρο λατρείας των. Λίγο μετά, περί το 400, ξεσπά
αναταραχή στην Κωνσταντινούπολη και σφαγιάζονται οι Γότθοι του Γαϊνά, ο οποίος
ξεγεύγει, αρχικά στην Μικρά Ασία και μετά στην Θράκη, όπου τελικά
συλλαμβάνεται, αποκεφαλίζεται από τον ηγεμόνα των Ούννων, ενώ το κεφάλι του
στέλνεται στον αυτοκράτορα. Με αυτόν τον τρόπο το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, το
μετέπειτα Βυζάντιο απηλλάχθη της ασφυκτικής παρουσίας των Γότθων.
Χαρακτηριστικό δείγμα της καταστάσεως που επικρατούσε εκείνη την εποχή αποτελεί
η επιστολή του Συνεσίου, Επισκόπου Κυρήνης, προς τον Αρκάδιο. Ο Συνέσιος όταν
επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη το 399 ή το 397-398, σύμφωνα με νεώτερες
εικασίες ορισμένων Βυζαντινολόγων, έφριξε με αυτά που είδε. Όταν επέστρεψε στην
έδρα του, στην Κυρήνη της Βορείου Αφρικής συνέγραψε μία επιστολή που
τιτλοφορείται: “Η Δύναμι του Αυτοκράτορος” ή “Περί Βασιλείας”. Εκεί τον
προειδοποιεί, σαφέστατα, για το που θα οδηγήσει η ανεξέλεγκτη δύναμη που έχουν
αποκτήσει οι Βάρβαροι Γότθοι. Μεταξύ άλλων (διότι στην Επιστολή του ο Συνέσιος
αναφέρεται και σε άλλα πράγματα, όπως η Κυρήνη αλλά και στο πως πρέπει να λειτουργεί
ένας συνετός αυτοκράτωρ, πρόκειται για μία επιστολή τύπου “Κατόπτρου Ηγεμόνος”)
στην επιστολή του αναφέρει:
“…οι Βάρβαροι θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο, προκειμένου να αποκτήσουν την εξουσία και να γίνουν κύριοι των κατοίκων. Τότε οι άοπλοι πολίτες θα πρέπει να πολεμήσουν με ανθρώπους καλά εξασκημένους στην τέχνη του πολέμου. Πρέπει, λοιπόν να γίνει αυτό, να διωχτούν οι ξένοι από τις διοικητικές θέσεις και να στερηθούν το δικαίωμα συμμετοχής στην Σύγκλητο, γιατί κάθε τι που οι Ρωμαίοι θεωρούσαν σαν κάτι πολύ ανώτερο, έχει χάσει την αξία του χάρις την επιρροή των ξένων. Σχεδόν σε κάθε πλούσιο σπίτι βρίσκουμε έναν Γότθο σκλάβο, ενώ οι Γότθοι, επίσης, υπηρετούν ως μάγειροι ή σερβιτόροι… αλλά δεν είναι καταπληκτικό το γεγονός ότι ρυθμίζουν την πολιτική ζωή οι ίδιοι ξανθοί βάρβαροι που στην ιδιωτική τους ζωή φορούν κάπες και είναι υπηρέτες; Ο Αυτοκράτωρ πρέπει να ξεκαθαρίσει τον στρατό, ακριβώς όπως ξεκαθαρίζουμε το σιτάρι από το άχυρο και άλλα άχρηστα πράγματα, τα οποία μπορούν να καταστρέψουν τον καλό σπόρο. Ο πατέρας σας (εννοεί τον Θεοδόσιο Α’379-395) λόγω της ευσπλαχνίας του δέχθηκε, με ευγένεια, τους βαρβάρους και τους έκαμε, συγκαταβατικά, συμμάχους, δίδοντάς τους πολιτικά δικαιώματα και τιμές και χαρίζοντάς τους, γενναιόδωρα, χωράφια. Αλλά οι βάρβαροι δεν είδαν τις πράξεις αυτές σαν πράξεις ευγενείας, αλλά τις θεώρησαν ως δείγματα της αδυναμίας μας και έγιναν υπεροπτικοί και πιο κούφοι. Αυξάνοντας τον αριθμό των εντοπίων νεοσυλλέκτων και ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον στρατό μας και το θάρρος μας, τακτοποιήσατε τα πράγματα όπως πρέπει. Χρειάζεται επιμονή όταν έχει να κάμει κανείς με αυτούς τους ανθρώπους. Μια λύση υπάρχει: ή να αφήσετε τους βαρβάρους να καλλιεργούν την γη, ακολουθώντας το παράδειγμα των αρχαίων Μεσσηνίων, οι οποίοι άφησαν τα όπλα και καλλιεργούσαν την γη, σαν σκλάβοι, για λογαριασμό των Λακεδαιμονίων ή να τους στείλετε από όπου ήρθαν”.
Πρωτογενείς πηγές
--------------------------
Ammianus Marcellinus: Res Gestae
Ζώσιμος: Νέα Ιστορία
Ευνάπιος: Ιστορία της μετά Δέξιππον
Δευτερογενείς
------------------
A.A Vasiliev: Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου: Βυζαντινή Ιστορία 1ος τόμος