Τυνδαρίδαις τε
φιλοξείνοις ἁδεῖν καλλιπλοκάμῳ θ' Ἑλένᾳ
κλεινὰν Ἀκράγαντα γεραίρων εὔχομαι,
Θήρωνος Ὀλυμπιονίκαν ὕμνον ὀρθώσαις, ἀκαμαντοπόδων
ἵππων ἄωτον. Μοῖσα δ' οὕτω ποι παρέστα μοι νεοσίγαλον εὑρόντι τρόπον
(Πίνδαρος,
απόσπασμα Ολυμπιονίκου λόγου υπέρ του Θήρωνος του Ακραγαντίνου)
Οι Ολυμπιακοί
αγώνες ή “Ολύμπια”, όπως ωνομάζοντο, λάμβαναν χώρα στην Ολυμπία, κάθε τέσσερα
έτη, την ίδια πάντοτε ημερομηνία που ήταν κατά την πρώτη νέα σελήνη μετά το
θερινό ηλιοστάσιο (21 Ιουνίου). Ήταν αφιερωμένοι στον πατέρα του
ελληνικού 12θέου, τον Δία. Σε αυτούς είχαν δικαίωμα συμμετοχής οι απανταχού
Έλληνες (είτε της μητροπολιτικής Ελλάδος είτε των αποικιών). Αξίζει να
αναφέρουμε ότι εκτός των Ολυμπίων
υπήρχαν και άλλοι πανελλήνιοι αγώνες όπως τα Νέμεα στην Νεμέα προς τιμήν του
Διός, τα Πύθια στους Δελφούς προς τιμήν του Απόλλωνος και τα Ίσθμια στην
Κόρινθο προς τιμήν του Ποσειδώνος.
Η προετοιμασία για τους αγώνες ξεκινούσε αρκετούς μήνες πριν
όταν αναχωρούσαν από την Ηλεία οι κήρυκες των αγώνων, οι “Σπονδοφόροι” με σκοπό
την αναγγελία των αγώνων και την παράλληλη κήρυξη της “Εκεχειρίας” για όσες
ελληνικές πόλεις ήταν εμπόλεμες μεταξύ τους. Αυτό ήταν η “αρχή της εκεχειρίας”,
δηλαδή της παύσης των εχθροπραξιών, η οποία αποτελούσε βασικό προαπαιτούμενο
για την τέλεση των αγώνων. Ένα δεύτερο ήταν η ελληνική καταγωγή των
συμμετεχόντων διότι επρόκειτο για εθνικούς αγώνες. Ένα τρίτο να μην είχαν
καταδίκη εις βάρος των.
Το στάδιο, στο οποίο ετελούντο οι αγώνες ήταν στην Ολυμπία.
Είχε σχήμα ορθογωνίου παραλληλογράμμου με μήκος 212 μέτρα και πλάτος 30,70.
Υπήρχε, επίσης, ο ιππόδρομος που ήταν μεταξύ του σταδίου και του Αλφειού
ποταμού και είχε διαστάσεις 769,80 x 320. Οι θεατές υπολογίζονταν στους 30.000
τον πρώτο καιρό, ενώ αργότερα έγιναν εργασίες επέκτασης και έφθασαν τους
45.000. Να σημειώσουμε ότι απαγορεύονταν ανάμεσα στους θεατές να παραβρίσκονται
γυναίκες. Είναι γνωστή η ιστορία της Καλλιπάτειρας η οποία στην προσπάθειά της
να παρακολουθήσει τον γιό της στους αγώνες ενεδύθη ανδρική περιβολή.
Οι κριτές των αγώνων ωνομάζοντο “Ελλανοδίκαι”, ήταν ισόβιοι
στην αρχή ενώ αργότερα εξελέγοντο διά κλήρου. Ο αριθμός των ήταν συνήθως δέκα
(10). Αυτοί εισήρχοντο στο στάδιο “ενδεδυμένοι πορφυρούν χιτώνα”, κρατώντας
κλάδους φοινίκων. Οι αποφάσεις των θεωρούντο ανέκκλητες. Εάν διαπιστώνονταν
λάθος των Ελλανοδικών, τότε ετιμωρούντο.
Οι αθληταί που θα συμμετείχαν στους αγώνες ήταν υποχρεωμένοι
να προσέλθουν εγκαίρως, διαφορετικά ακυρώνονταν. Πριν τους αγώνες οι αθληταί
έδιδαν όρκο στον Όρκιο Δία περί του “Ευ αγωνίζεσθαι”. Ακολουθούσε η κλήρωση για
τα ζευγάρια των αγώνων και οι απαραίτητες θυσίες. Σε κάθε αγώνισμα ο κήρυξ
εκφωνούσε στην αρχή τα ονόματα των συμμετεχόντων και στο τέλος το όνομα του
νικητού, το πατρώνυμο και την πόλη που εκπροσωπούσε. Οι νικηταί εστέφοντο
όλοι στο τέλος με το κλαδί της αγριελιάς που ευρίσκετο πλησίον του ναού
του Διός και για την οποία ο θρύλος ανέφερε ότι φυτεύτηκε από τον ίδιο τον
Ηρακλή. Τα κλαδιά που προορίζοντο να στεφανώσουν τους νικητές τα έκοβε ένα
μικρό παιδί με χρυσό ψαλίδι. Στη συνέχεια τα παρέδιδε για να κατασκευαστούν οι “Κότινοι”(έτσι
ωνομάζοντο τα κλαδιά αγριελιάς για τους Ολυμπιαονίκες).
Η τελετή της απονομής άρχιζε με την ανατολή του ηλίου. Οι
νικηταί σχημάτιζαν πομπή με κατεύθυνση τον ναό του Ολυμπίου Διός “φέροντες εις
την κόμην ερυθράν ταινίαν και εις την χείρα κλάδον φοίνικος”. Ανέβαιναν στον
Πρόναο και εστέφοντο τον κότινο. Την 7η ημέρα λάμβανε χώρα η τελετή λήξεως.
Ξεκινούσε με τις θυσίες και κατέληγε με την παράθεση του επίσημου συμποσίου στο
Πρυτανείο.
Οι αθληταί που είχαν διαπρέψει στα Ολύμπια και είχαν
στεφανωθεί με τον Κότινο, όταν επέστρεφαν, τύγχαναν μεγαλειωδών υποδοχών από
τις πόλεις των. Υπήρχε η συνήθεια να γκρεμίζουν τα τείχη για τους νικητές.
Ακόμη διάφοροι ποιηταί υμνούσαν τα ολυμπιακά κατορθώματά των, ενώ συχνά οι
μορφές των απεικονίζονταν στα τοπικά νομίσματα. Χαρακτηριστικό, δε, του κύδους
των ολυμπιονικών ήταν ότι τόσο οι ίδιοι όσο και οι γονείς των ετιμώντο, εφ’
όρου ζωής, από όλους τους Έλληνες.
Τέλος, οι ολυμπιακοί αγώνες άρχισαν να παρακμάζουν από την
ρωμαϊκή εποχή και μετά. Προοδευτικά από εθνικοί αγώνες έγιναν διεθνείς, πρώτα
με την συμμετοχή Ρωμαίων και έπειτα και αθλητών από την Ανατολή. Είναι
χαρακτηριστικό ότι κατά τον 4ο μ.Χ αιώνα αναφέρονται νικητές από την Αρμενία,
την Περσία κ.λ.π. Ώσπου φθάνουμε στο 393
μ.Χ όπου ο Θεοδόσιος απαγόρεψε να τελούνται θυσίες υπέρ των θεών στους αγώνες.
Οι αγώνες συνεχίστηκαν για λίγες δεκαετίες ακόμη έως ότου σβήσουν εντελώς διότι
η εποχή τους είχε πλέον ξεπεραστεί (βρισκόμαστε στα τέλη του 4ου μ.Χ σε προχωρημένη
ύστερη αρχαιότητα) και το όλο κλίμα ήταν εχθρικό για την κοσμοθεωρία που
πρέσβευαν, η οποία αντιπροσώπευε τις αξίες μίας άλλης εποχής.
Επίμετρο:
- Ο πρώτος καταγεγραμμένος ολυμπιονίκης είναι ο Κόροιβος από την Ηλεία, ο οποίος νίκησε στον αγώνα δρόμου τους ενός σταδίου το 776 π.Χ, έτος αναφορά για την Αρχαία Ελλάδα διότι από τότε μετρούν χρονολογικά για τα διάφορα γεγονότα. Λέγεται, δε, ότι η αρχή των αγώνων ανάγεται στον Ηρακλή
- Ως ιδρυτής, ή, καλλίτερα ανανεωτής των Ολυμπίων αναφέρεται ο Ίφιτος από την Ηλεία, όπως γράφει ο Παυσανίας στα “Ηλειακά”
- Τα αγωνίσματα των Ολυμπίων προσετέθησαν σταδιακά. Το 1ο αγώνισμα ήταν ο αγώνας δρόμου του ενός σταδίου. Στους 14ους ολυμπιακούς προσετέθη ο δίαυλος, στους 18ους το πένταθλον και η πάλη, στους 25ους οι ιπποδρομίες, στους 33ους ο αγών κέλητος (ιππασία) και το παγκράτιον, στους 41ους μνημονεύεται η πυγμαχία, στους 65ους ο δρόμος οπλιτών. Υπήρχαν και κάποια άλλα αγωνίσματα ήσσονος σημασίας
- Είναι αξιοσημείωτο ότι μνημονεύονται, αντίστοιχοι των Ολυμπίων, αθλητικοί αγώνες γυναικών από τον Παυσανία, επίσης στο έργο του “Ηλιακά”. Πρόκειται για τα “Ηραία” που διηξήγοντο επίσης στην Ολυμπία κάθε τέσσερα έτη προς τιμήν της θεάς Ήρας.
- Ορισμένοι επιφανείς ολυμπιονίκες της αρχαιότητος είναι: ο Κόροιβος φυσικά, ο Πολυδάμας ο Θεσσαλός, ο Μίλων ο Κροτωνιάτης, ο Διαγόρας ο Ρόδιος, ο Θεαγένης ο Θάσιος